Monthly Archives: November 2008

Στη Νεμέα για γευσιγνωσία

γιατί είναι αλλιώς η γεύση μετά τη διακοπή του καπνίσματος.

Σε λίγο καιρό κλείνω δύο έτη χωρίς τζούρα και μου αρέσει γιατί έχουν οξυνθεί αισθήσεις που παλιότερα με το κάπνισμα είχαν αλλοιωθεί. Και η όσφρηση με τη γεύση είναι οι δύο νέες επανανακαλύψεις. Με το κρασί λοιπόν, όταν μαθαίνεις να το απολαμβάνεις, επιβεβαιώνεις τι έχανες. Και δεν ήταν λίγα. Μια εκδρομή στη Νεμέα, στη σημερινή λαμπρή Κυριακή, ήταν ικανή για να αποδείξει του λόγου το αληθές.

Ο ναός του Νεμείου Διός είναι κτισμ�νος πάνω στα θεμ�λια παλαιότερου ναού του 6ου αι.

Ο ναός του Νεμείου Διός είναι κτισμένος πάνω στα θεμέλια παλαιότερου ναού του 6ου αι.

Μια επίσκεψη πρώτα στο τοπικό μουσείο. Αξιοπρεπές! Με ξεχωριστό τον θησαυρό των αηδονιών, ευρήματα από τάφους σε γειτονικό λόφο, κάποια από τα οποία βρέθηκαν να πωλούνται από λαθραία ανασκαφή στην Αμερική και επιστράφησαν στον τόπο τους. Στον αρχαιολογικό χώρο δεσπόζει ο ναός του Διός, κι ας είναι καλά το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ για τις ανασκαφές και για δύο κίονες που αναστηλώθηκαν χάρις στην πρωτοβουλία του. Πιο πέρα, το στάδιο που έτρεχαν οι δρομείς της αρχαιότητας, μάλλον αφημένο στην τύχη του με σπασμένα μάρμαρα στον στίβο (προφανώς έργο κάποιων φανατικών;), άτακτα και χωρίς επιμέλεια (είναι καινούργια μάρμαρα).

 

Σταφύλια καλοσχεδιασμ�να πάνω σε λυχνάρι που φυλάσσεται στο Μουσείο Νεμ�ας.

Σταφύλια καλοσχεδιασμένα πάνω σε λυχνάρι που φυλάσσεται στο Μουσείο Νεμέας, τεκμηριώνουν την κεντρική πανάρχαια σημασία της αμπέλου στη ζωή της τοπικής κοινότητας.

Ο τόπος του μυθικού λιονταριού είναι ευλογημένος αφού περικυκλώνεται με λόφους, πάνω στους οποίους τα αμπέλια καρπίζουν αιώνες τώρα τα σταφύλια που παράγουν μοναδικά κρασιά που μπορούν να συναγωνιστούν διεθνώς επώνυμες φίρμες σε αγορές, όπως της Νέας Υόρκης ή μεγάλων πόλεων της Ευρώπης. Το ελληνικό κρασί γίνεται γνωστό, καταξιώνεται μέρα με τη μέρα χάρις στον αγώνα των οινοποιών που έχουν μετατρέψει το πάθος τους από δημιουργική απασχόληση σε επάγγελμα με μεγάλες προοπτικές στη σκηνή του οίνου. Είναι απίστευτο, μια τόσο μικρή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα μας, να παράγει και να δημιουργεί τόσες πολλές και συναρπαστικές ποικιλίες οίνου, νέες ετικέτες που φέρουν ποιοτικά χαρακτηριστικά, με αυξανόμενη τάση αναγραφής της ανώτερης ονομασίας προέλευσης!

 

 

Η Νεμ�α με τα αμπ�λια της μπορεί να συναγωνιστεί επάξια άλλους τόπους στην Ευρώπη με παράδοση στην οινοποιΐα.

Η Νεμέα με τα αμπέλια της μπορεί να συναγωνιστεί επάξια άλλους τόπους στην Ευρώπη με παράδοση στην οινοποιΐα.

Ασσύρτικο και αγιωργίτικο, σταφύλια που έχουν λιαστεί και είναι γλυκύτερα, χρώματα τριανταφυλί ή ρουμπινί, ποικιλίες που μας μυούν στα μυστικά και τις διαφορές της γεύσης, άλλοτε γωνιώδεις, άλλοτε στρογγυλές, αρώματα που αναδύονται σε μικρά αόρατα συνεφάκια με μια μικρή ανακίνηση του ποτηριού, βανίλια, φρούτα του πάθους, φράουλα, κανέλα, στρώματα και επίπεδα οσμών που ξαφνιάζουν, αξέχαστα πια, χυμοί της αμπέλου που ζουν στα δρύινα βαρέλια για να ωριμάσουν, να εμφιαλωθούν και να συνεχίσουν να βελτιώνονται στις μποτίλιες, σε θερμοκρασίες σταθερές των 14 βαθμών κελσίου.

 

Δοκιμάσαμε στο κελάρι, πήραμε κατόπιν ένα κιβώτιο με ροζέ, λευκά και ερυθρά. Όλα ρεύσανε στα ποτήρια που τσουγκρίζαμε στη ταβέρνα του χωριού, συνοδεία εδεσμάτων και κυρίως ευχών για τις γιορτές που πλησιάζουν.

Επιστρέψαμε με δυνατή μουσική στο αυτοκίνητο και κυρίως μια ικανοποίηση. Από τα ηχεία το αγαπημένο ναπολιτάνικο άσμα «Cu’mme» με τη Mia Martini και τον Roberto Murolo.

Έλα μαζί μου στο βυθό της θάλασσας

να ψάξεις αυτό που δεν υπάρχει εδώ.

Έλα μαζί μου για να καταλάβεις

πόσο άσκοπο είναι να υποφέρεις.

Κοίτα αυτή τη θάλασσα

που μας βρέχει με φόβους,

προσπαθεί να μας τους διδάξει.

Πώς γίνεται να βασανίζεις μια ψυχή

που θέλει να πετάξει,

αν εσύ δεν πας στον βυθό

δεν θα μπορέσεις να το μάθεις.

Όχι, πως γίνεται να βλέπεις

μόνο τη θάλασσα που υπάρχει

και μετά να αφήνεις την καρδιά

μόνη της στον δρόμο!

Ανέβα μαζί μου

και άρχισε να τραγουδάς

με τις νότες που δίνει ο αέρας

χωρίς να κοιτάξεις,

συνέχισε να πετάς,

ενώ ο αέρας μας πάει πιο ψηλά,

όπου υπάρχουν λέξεις πιο όμορφες.

Μάζεψές τις

και κάν᾽ τες δικές σου.

Μέσα από τους στίχους αυτούς η επιστροφή έγινε χαρά, και διαρκώς σκεπτόμουν, στο πρώτο θαύμα του, νομίζω, ότι ο Χριστός έκανε το νερό κρασί και όχι το κρασί νερό.

Το Κύμα (Die Welle): Πόσο εύκολη είναι η αναβίωση του φασισμού;

Το Κύμα του Dennis Gansel (γεννήθηκε στο Ανόβερο το 1973) που είδα χτες βράδυ, σε παρασύρει από το πρώτο καρέ. Για τον Ron Jones που πρωταγωνίστησε στα πραγματικά γεγονότα είναι μία «ιστορία φαντασμάτων, η γοητεία του καλού και του κακού, τι μπορεί να είμαστε εμείς οι ίδιοι».

Θα μπορούσε να συμβεί σήμερα, εδώ, το ολοκαύτωμα;

Ένας καθηγητής Λυκείου ανένταχτος (Jürgen Vogel), ζει σε πλωτό σπίτι με την έγκυο σύντροφό του, επίσης καθηγήτρια. Φοράει τι σέρτ με το όνομα του θρυλικού συγκροτήματος Ramones και είναι παθιασμένος ροκάς. Εμφανισιακά δεν είναι ζεν πρεμιέ, αλλά ξεχειλίζει επάνω του η ενέργεια και η κινητικότητα, και ο τρόπος ζωής του είναι στον αντίποδα της αστικής ζωής. Είναι τυπάς. Κολυμπάει τον χειμώνα στο ποτάμι, αλλά έχει μια ζωή, κατά τα άλλα, συμβατική.

 

Η απολυταρχία σήμερα είναι το θμα του πειράματος του δασκάλου.

Η απολυταρχία σήμερα είναι το θέμα του πειράματος του δασκάλου.

Θέλει να κάνει το μάθημα για την αναρχία αλλά του δίνουν το μάθημα για την απολυταρχία. Το παίρνει με βαριά καρδιά, αν και ψάχνει να κάνει όσο μπορεί το μάθημα πιο ενδιαφέρον. Και ενδιαφέρον σήμερα ένα πράγμα σημαίνει: όχι από καθέδρας διδασκαλία, αλλά βίωμα και προσωπική ενσυναίσθηση για το τι μπορεί να σημαίνει ένα αντικείμενο που δεν περιορίζεται στις σελίδες ενός βιβλίου. αλλά αφορά ανθρώπινες σχέσεις. Με άλλα λόγια δίνει ρόλους στους μαθητές του, και από μια τάξη παιδιών που βρέθηκαν τυχαία καθισμένα αναμεταξύ τους, εκείνος σπάει τις παρέες, αναδιατάσσει θρανία και καθίσματα, και τους μυεί σε μια ομάδα. Όταν ενταχτούν όλοι στην ομάδα με μια σειρά τελετών, θα φορούν ίδια χρώματα (τζην και λευκό πουκάμισο), θα είναι μέλη του Κύματος, και το κυριότερο μια γενιά που δεν είχε να πιστέψει πουθενά, επιτέλους, αποκτά όραμα, δηλαδή νόημα καθημερινότητας. Ωστόσο, το όραμα δεν θα αργήσει να γίνει εφιάλτης, όταν η αρχική ερώτηση για το εάν θα μπορούσε να γίνει στο παρόν πραγματικότητα η βία της απολυταρχίας γίνεται καταφατική. Η σημασία πολλαπλασιάζεται μετο  δεδομένο της ναζιστικής παράδοσης, των προγόνων, αλλά και των σχετικών αναβιώσεων στη Γερμανία.

 

Τι είναι οικογένεια

Η ταινία θέτει πολλά ερωτήματα τα οποία περιστρέφονται γύρω από το ζήτημα τι μπορεί να εκθρέψει μια φασιστική ομάδα, πώς μπορεί να εκπαιδευτούν άτομα ανυποψίαστα ώστε να γίνουν μαριονέτες του αρχηγού τους, τι σημαίνει παιδαγωγία και τι σημαίνει αυτοθαυμασμός στην τάξη, τι σημαίνει οικογένεια όταν πλέον οι παραδοσιακοί δεσμοί της δεν υφίστανται και το ανώριμο παιδί αναζητά τελικά αλλού την εστία και τη θαλπωρή.

 

Οι μαθητς κατανόησαν τον ρόλο της τάξης τους ως πραγματική πραγματικότητα.

Οι μαθητές κατανόησαν τον ρόλο της τάξης τους ως πραγματική πραγματικότητα.

Μάλλον, ναι, όλη η ταινία ήταν μια παραβολή για το τι μπορεί να σημαίνει οικογένεια σε μια κοινωνία που δεν έχει απλώς μεταβληθεί το παραδοσιακό σχήμα της εστίας, αλλά τα ίδια τα παιδιά είναι αφημένα στην τύχη τους, όπου το σχολείο λειτουργεί ως πάρκινγκ σωμάτων και ψυχών. Ο paterfamilias είναι κάτι άγνωστο, οι πρόγονοι και οι θεοί του σπιτιού έχουν εξοριστεί για να καταλάβουν τη θέση τους νέα σύμβολα, και ο έφηβος βρίσκει μόνο στο σχολείο τον χώρο προστασίας και κοινωνικοποίησης.

 

Η αποτυχία του πειράματος

Η ιδέα της ταινίας βασίζεται στο πείραμα πειθαρχίας που εφαρμόζει ο καθηγητής στην τάξη του. Τα παιδιά καλούνται να επαναλάβουν ασκήσεις ομοιομορφίας με βηματισμούς, ανατάσεις των χεριών και στάσεις του σώματος. Και δέχονται. Γιατί είναι εύπλαστα, εφόσον εμπιστευτούν τον δάσκαλό τους. Αλλά, την ίδια στιγμή δεν έχουν κρίση, και δεν μπορούν να εννοήσουν τις συνέπειες που μπορεί να έχουν συμπεριφορές που πηγάζουν από τη δύναμη της ομάδας, και κυρίως τη συναίσθηση ότι τα μέλη του Κύματος είναι εκλεκτοί, και έχουν ανάγκη να το δείξουν στην πόλη τους, να το βροντοφωνάξουν με γκράφιτι, αυτοκόλλητα και συνθήματα. Ταυτόχρονα, ο καθένας ανάλαβε και από έναν νέο ρόλο μέσα στην ομάδα, όταν κλήθηκαν να είναι δημιουργικοί για τη νεοϊδρυμένη κοινότητα. Άλλος θα έφτιαχνε ιστότοπο, άλλος το σήμα, άλλος θα έγραφε κείμενα. Ο πιο ακοινώνητος, ο Τιμ, θα γίνει ο φρουρός του αρχηγού-δασκάλου.

Πόσο εύκολη είναι η αναβίωση του φασισμού;

Το σενάριο βασίστηκε σε ένα αληθινό πείραμα που έγινε το 1967 από τον Ron Jones στην Καλιφόρνια, σε ένα σχολείο στο Palo Alto που έκλεισε το 1979. Εδώ, η υπόθεση μεταφέρεται σε ένα σύγχρον γερμανικό σχολείο.

Το μεγάλο πρόβλημα στην ταινία είναι η ιδέα ότι τα δρώμενα εξελίσσονται μόνο σε μια εβδομάδα, άρα η νοοτροπία εγκαθίσταται ταχύτατα, οι αποφάσεις που καλούνται να λάβουν τα παιδιά γίνονται σχεδόν αυτόματα, χωρίς άλλες διεργασίες.

diewelle06Ακριβώς και για αυτό είναι ανύπαρκτες οι παρεμβάσεις μελών της σχολικής κοινότητας, οι γονείς είναι απόντες, οι άλλοι καθηγητές διαμαρτύρονται ελάχιστα, η διευθύντρια καλύπτει τον καθηγητή που πειραματίζεται, ο οποίος δείχνει να έχει πλήρη ασυλία για να διαπράξει όποιο σχέδιο του κατέβει. Μόνες αντιδράσεις από τη γυναίκα του δάσκαλου και από δύο μαθήτριες. Όλοι οι άλλοι, και οι πιο αντιδραστικοί γοητεύονται και εντάσσονται στο Κύμα. Σίγουρα, στο σενάριο υπάρχουν κι άλλα τρωτά σημεία. Όμως είναι τόσο μεγάλη η δύναμη του μοντάζ που δένει τέλεια με την καταπληκτική μουσική (Heiko Maile), τα παιδιά είναι τόσο αληθινά (θα μπορούσαν να είναι παιδιά οποιουδήποτε δυτικού σχολείου), και κυρίως ο δάσκαλος είναι τόσο πεισμένος για την αλήθεια του πειράματος, που δεν εξυπηρετεί καμιά απολύτως παιδαγωγική διαδικασία αλλά αποκλειστικά τις δικές του ανάγκες επιβεβαίωσης, που τελικά παρασύρει και τον θεατή στη φρίκη που εγκυμονεί μια τέτοια υπόθεση.

Ο δάσκαλος που είναι ο κυρίως υπεύθυνος για την καθοδήγηση της αγέλης, δεν έχει ο ίδιος τη δυνατότητα να διακρίνει τι μπορεί να συμβεί από παιδιά που δεν ξέρουν να διαχειριστούν τον ρόλο που τους έχει ανατεθεί, και στο όνομα αυτού του ρόλου-ιδέας μπορούν να διαπράξουν οποιαδήποτε παλαβομάρα.

Διαχείριση ομάδας

Το πρόβλημα του δασκάλου είναι ότι δεν κατάφερε να δείξει στους μαθητές του ότι όσα έγιναν στο μάθημα είχαν χαρακτήτα προσομοίωσης. Όλα, δηλαδή, ανήκαν σε ένα παιχνίδι για να συνειδητοποιήσουν τι σημαίνει απολυταρχία και δύναμη της ομάδας που είναι δεμένη με σύμβολα και όραμα. Και επειδή δεν είχαν και τα ίδια τα παιδιά διάκριση των ορίων παιχνιδιού και πραγματικότητας ταύτισαν την πραγματικότητα του ρόλου με την πραγματική πραγματικότητα, το εργαστήριο της τάξης με τη ζωή τους. Και βέβαια, αυτό το μοιραίο λάθος που οφείλεται στον δάσκαλο εγείρει ξανά ερωτηματικά για την αληθοφάνεια του σεναρίου, αλλά μήπως δεν υπάρχουν παρόμοιοι δάσκαλοι, και στην Ελλάδα;

Ακριβώς, για αυτό, σκέπτομαι, ότι η ταινία είναι τρομερά διδακτική για πολλούς εκπαιδευτικούς που καλούνται να διαχειριστούν ομάδες με εργαλεία από το εκπαιδευτικό δράμα ή με ασκήσεις θεατρικού παιγνιδιού. Πέρα από το γεγονός ότι δεν είναι ειδικοί, αλλά είναι άσχετοι ή στην καλύτερη έχουν συμμετάσχει σε κάποιο ταχύρυθμο σεμινάριο διαχείρισης κρίσεων, με ελαφριά καρδιά και χωρίς να σέβονται την ευαισθησία των μαθητών (μικρών ή μεγαλύτερων), πειραματίζονται κυριολεκτικά πάνω στις ψυχές τους, χωρίς να μπορούν να αισθανθούν τις συνέπειες… Και το χειρότερο είναι ότι οι «δάσκαλοι» αυτοί αισθάνονται μικροί μεσσίες, σχεδόν ψυχοθεραπευτές, μικροί γκουρού που ικανοποιούν τον ναρκισισμό τους…

 

Σκηνοθεσία Ντένις Γκάνσελ

Παίζουν: Γιούργκεν Φόγκελ, Φρέντερικ Λάου, Μαξ Ρίμελτ, Τζένιφερ Ούλριχ

Σύνδεσμοι

Ιστοσελίδα του αυθεντικού δασκάλου Ron Jones

Διασκευές, θεατρικές παραστάσεις της αρχικής ιστορίας

Σιώπησε ο σεμνός ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος (1924–2008)

που ζούσε στον Πύργο, εργάστηκε στο KTEΛ Hλείας, και είχε ξεχωρίσει ο Γιώργος Σεφέρης για την ουσία της γραφής του. Aλλά η ποίησή του δεν πρόκειται να σιωπήσει. Mακριά από τα φώτα της Bαβυλώνας, με αγάπη και πίστη στον άνθρωπο μιλούσε για την πολιτική, έγραφε τις δικές του ιστορίες για την ύπαρξη και τη μοίρα της, και είχε αναγνωριστεί από τους ομοτέχνους τους ως μία από τις σημαντικότερες ποιητικές φυσιογνωμίες μετά τον B΄ παγκόσμιο πόλεμο. H τελευταία του ποιητική ανθοφορία Nα μη τους ξεχάσω κυκλοφορεί από τον Kέδρο εντός των ημερών. Παραφράζοντας, νιώθω ότι εγώ δεν θέλω να ξεχάσω τους ποιητές γιατί στον λόγο τους οφείλω το ξεκλείδωμα των ημερών και κλεφτές ματιές μέσα από χαραμάδες του άβατου…

Tρεις σύνδεσμοι για τον άνθρωπο και το έργο του. Oι δύο από ομοτέχνους ποιητές και ο τρίτος από ιστότοπο περί ποιήσεως. Kαι μία συνέντευξη.

Bασίλης Kαλαμαράς, Ο Μεγάλος Ερωτικός από τον Πύργο

π. Παναγιώτης Kαποδίστριας, Aπεβίωσε ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος

Γιώργης Παυλόπουλος Aνθολόγιο ποιημάτων. Eισαγωγή-Aνθολόγηση: Στάθης Kουτσούνης (poiein.gr)

Συνέντευξη στη Λ. Σ. Αρμυριώτη, Mια συνομιλία στο Mαρούσι

 

χωρίς γλωσσικούς κορδακισμούς, που συνήθως είναι επιφανειακά σχήματα χωρίς ν' αγγίζουν τίποτε στο βάθος - και η ποίηση είναι, αν μπορώ να πω, κφραση βάθους.

Μ' ενδιαφέρει η ποίηση του Γ.Π. γιατί είναι αποτελεσματική χωρίς ψιμύθια. Λέγοντας «ψιμύθια», εννοώ: χωρίς γλωσσικούς κορδακισμούς, που συνήθως είναι επιφανειακά σχήματα χωρίς ν' αγγίζουν τίποτε στο βάθος - και η ποίηση είναι, αν μπορώ να πω, έκφραση βάθους. Σε τι προχωρεί, μ' αυτόν, η ποίηση; Δεν ξέρω, άλλοι θα το πουν. αλλά στα χρόνια που ζούμε, το να κρατά κανείς την τέχνη σε μια ορισμένη στάθμη, είναι πρόοδος. ΓIΩPΓOΣ ΣEΦEPHΣ

 

Η ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ

του Γιώργη Παυλόπουλου

Στη μνήμη του Φρανσουά, του Κάρολου και του Αρθούρου

Αχτύπητη κι ωραία πάνω στη Γιαμάχα της
κόβει το κρύσταλλο της νύχτας σαν διαμάντι
στην όψη της χορεύουν φλόγες
από την Κόλαση του Δάντη.
Μπαίνει στα μπαρ σεκλετισμένη κι οι νέοι ποιητές
την τρέμουνε και την κερνάνε βότκα και ουίσκι
μα Εκείνη κοιτάζει αόριστα στην πόρτα να φανεί
χλομός ο πρίγκιψ Μίσκιν.
Δεν έχει πού να κοιμηθεί, γυρίζει εδώ κι εκεί
με μια κιθάρα και δισάκι
διαβάζει κάτω από τις γέφυρες
Βιγιόν και Καρυωτάκη.
Όταν πλαγιάζει με τους οικοδόμους στα γιαπιά
το Κοινοβούλιο συνέρχεται εκτάκτως και βελάζει.
Εκείνη ονειρεύεται τη μάνα Επανάσταση
όλους να μας θηλάζει.
Κόβει με όνειρο τις φλέβες της
για να τη βλέπουνε της νύχτας οι καθρέφτες
για να παγώνει μέσα της ο κόσμος ο κακός
οι μαστροποί κι οι κλέφτες.
Ανοίγει τα συρτάρια επιδόξων συγγραφέων
με του διαβόλου τ’ αντικλείδια
κλέβει τα αισθηματικά τους κείμενα
και τα πετάει στα σκουπίδια.
Κάποτε κλαίει σαν παιδί
χώνοντας το πρόσωπο στη γούνα του ανέμου
κι άλλοτε είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα
ψάχνει για το υποβρύχιο του πλοιάρχου Νέμου.
Στο άχτιστο φως της λέξης μένει εκστατική
με δέος, ηδονή και τρόμο
στα βάθη της λογοτεχνίας χάνεται
χωρίς επιστροφή, χωρίς να βρίσκει δρόμο.
Την ποθούν, μα τους περιφρονεί
τους δήθεν εραστές του απολύτου
το γκόλφι της το χάρισε σ’ έναν τρελό τραγουδιστή
για ένα πικρό φιλί του.
Κι εμένα όταν μου λέει «Πάρε με»
τα παίζει όλα, η θεατρίνα,
με προκαλεί ποζάροντας
σαν μια πουτάνα σε βιτρίνα.
Κι όταν μου λέει «Πεθαίνω εγώ για σένα»
εγώ δεν την πιστεύω
την άπιαστη ομορφιά της με θλίψη καρχαρία
σε μαύρη άβυσσο γυρεύω.
Αχτύπητη κι ωραία καβάλα στη Γιαμάχα της
σκίζει τις διαβάσεις του μυαλού μου σαν πριονοκορδέλα
πηδάει τους τάφους των ονείρων μου
τ’ αγάλματα και την παλιά μου ομπρέλα.
Με παίρνει πισωκάπουλα στη σέλα της
κι εγώ την αγκαλιάζω από τη μέση
γέρνω γλυκά στην πλάτη της
κλείνω τα μάτια και μ’ αρέσει.
Και μ’ ανεβάζει ανάλαφρα στον ουρανό
κι από τον ουρανό με κατεβάζει κάτου
μπαίνουμε στο βαρέλι και μαρσάροντας
γυρίζουμε γυρίζουμε το γύρο του θανάτου.
(Που είναι τα πουλιά; εκδ. Kέδρος 2004)

Άσκηση στον λόγο. Οι «Βάκχες» της Renate Jett στο Πορεία

Ένας θεός επί σκηνής. Πρωταγωνιστής. Όμορφος, που σκορπά ευλογία και ταυτόχρονα φρίκη. Βίαιος, εμπνέει μανία και οδηγεί τα θύματά του στον θάνατο. Πάνω από όλα ερωτικός. Ξένος και στο πέρασμά του ερημώνει τις πόλεις αφού μαγεύει γυναίκες και άντρες που υποκλίνονται στη γήινη και μαζί υπερκόσμια παρουσία του. Στο τέλος του έργου, μια μάνα εκστασιασμένη που σπαράζει τον γιο τη, πιστεύοντας ότι είναι λιονταράκι. Οι Βάκχες σφραγίζουν το τέλος της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Και το τέλος ενός ολόκληρου κόσμου. Είναι ένα δράμα βουτηγμένο στο παράλογο, συνιστά το πλέον θεολογικό κείμενο από τις τραγωδίες αφού διασώζει πληροφορίες από τη μυστική λατρεία του Διονύσου και αποτελεί σημαντικώτατη πηγή της αρχαιοελληνικής θρησκείας. 

 

Dionysus in 69.

Στην παράσταση Dionysus in 69 για τον θίασο Performance Group το ζητούμενο ήταν η αμφίδρομη επικοινωνία με το κοινό, το οποίο κλήθηκε να παίξει έναν ενεργητικό ρόλο, και οι θεατές μπορούσαν να γδυθούν και να ενταχθούν στη δράση. (Φωτο: Max Waldman)

Αναμφίβολα, οι Βάκχες του Ευριπίδη προκαλούν τον σκηνοθέτη να στήσει μια παράσταση όπου μπορεί να ερμηνευθούν σχεδόν τα πάντα μέσα από πολλές και διαφορετικές αναγνώσεις με σαφώς προεξάρχουσες τις εθνογραφικές ερμηνείες. Έρχονται τον 20ό αιώνα να αναβιώσουν σε αφρικανικές χώρες, αλλά και στην όπερα του Πεκίνου ή να υπερασπίσουν την ιδεολογία της δεκαετίας του 1960, με την ιστορική πειραματική παράσταση Dionysus in 69 που σκηνοθέτησε ο Richard Schechner σε ένα γκαράζ στο κέντρο της Νέας Υόρκης. Η παράσταση-σταθμός κινηματογραφείται από τον Μπράιαν Ντε Πάλμα, και μένει στην ιστορία ως η πρώτη ταινία του σκηνοθέτη. Η παράσταση συντονισμένη με τις πρωτοπορίες της εποχής (La Mama, Living Theatre) και μέσα στο κλίμα των διδαγμάτων του Γκροτόσφσκι για ένα φτωχό θέατρο, έθεσε πολλά ζητήματα, σχετικά με την επανατελετουργοποίηση της θεατρικής σκηνής, την υποκριτική των ηθοποιών, τον αυτοσχεδιασμό και την εκπαίδευσή τους, το εάν παίζουν έναν ρόλο ή αποκαλύπτουν τον πραγματικό τους εαυτό, τη σημασία της διάχυσης ενέργειας, ενώ στο επίκεντρο τέθηκε η γυμνότητα του σώματος, η βία της Αμερικής, και συζητήθηκε η ιδιαίτερη ομοερωτική σχέση του Διονύσου που αναπτύσσεται με τον Πενθέα.

Όπως μας θυμίζει η Ελένη Βαροπούλου στο Ζωντανό Θέατρο (Άγρα, Αθήνα 2002) ο Σουζούκι στη δική του κατανόηση υπογράμμισε την αντιπαλότητα των θρησκειών και τη σύγκρουση νοοτροπιών. Ο τσιγγάνος Τάβορα στη Σεβίλλη είδε τις Βάκχες ως ένα κομμάτι της Μεγάλης Εβδομάδας, και οι Ανδαλουσιανές γιορτές της φύσης συνδυάστηκαν με το πάθος του Πενθέα, ο θρήνος της Αγαύης βρήκε το αντίστοιχο στην Παρθένο Μαρία και το μοιρολόι του γιου της.

Η τραγωδία έχει διανύσει μια διεθνή καριέρα και συνεχίζει να ανεβαίνει σε όλο τον κόσμο με επιτυχία. Στο τρέιλερ που ακολουθεί, βλέπουμε σκηνές από τη φετεινή παράσταση του Εθνικού Θεάτρου της Σκωτίας. Εδώ, οι Βάκχες κάτι μεταξύ μιούζικαλ του 70 και χαριτωμένου drag show του 80.

Για να είμαι ξεκάθαρος: Για μένα οι Βάκχες είναι μια υπενθύμιση στο διηνεκές πόσο μικρός και λίγος είναι ο άνθρωπος σα μονάδα, ακόμη και εάν αισθάνεται ότι είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό και κατέχει μια δύναμη ισόθεη. 

Στην παράσταση που μόλις ξεκίνησε στο Θέατρο Πορεία (ένα διαμάντι στο κέντρο της Αθήνας) η σκηνοθέτης προέρχεται από την Αυστρία. Η Renate Jett, ηθοποιός και η ίδια αντιμετώπισε το αρχαίο δράμα περισσότερο ως ένα πεδίο προς διερεύνηση, που θέτει ερωτήματα, παρά δίνει απαντήσεις και βεβαιότητες. Μπαίνει στη θέση του θεατή κι αναρωτιέται τι είναι κατανοητό σε μας που βλέπουμε από ένα κείμενο που παραμένει ΖΩΝΤΑΝΟ και σήμερα. Τη σκέψη της την κατέγραψε και στο Πρόγραμμα της παράστασης. Κι ακριβώς η παράσταση κινήθηκε σε ένα πλαίσιο άσκησης στην κατανόηση του δραματικού λόγου, χωρίς να δίνει λύσεις ή σχήματα που μας επιτρέπουν να κατατάξουμε τη δουλειά της σε κάποια ειδική κατηγορία. Εξάλλου τί νόημα έχουν, πλέον οι κατηγοριοποιήσεις; (αν και είμαι βέβαιος ότι κάποιοι θα αναρωτηθούν εάν παρακολουθούν αρχαία τραγωδία ή ψυχολογικό δράμα δωματίου…)

blaine

Ο Blaine, δεύτερος Διόνυσος στην παράσταση, με τη μελόντικα παίζει τον δικό του σκοπό.

Στο Θέατρο Πορεία θαυμάσαμε τις πολυμορφικές δυνατότητες του χώρου: Σκηνή ήταν το πίσω ακριβώς μέρος της εισόδου με φόντο τις πόρτες του θεάτρου. Εκεί στο ανυψωμένο μακρόστενο τοιχείο που είχε επενδυθεί με λευκό πλακάκι, που θύμιζε το αρχαίο υπερυψωμένο προσκήνιο, στάθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης τα τρία μέλη του χορού. Στο κάτω μέρος, ένας άδειος χώρος οριζόταν από ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι με δύο καρέκλες, όπου θα τεθούν όλα τα ζητήματα που θέτει η τραγωδία. Και γύρω από την ενότητα που προσφέρει, έστω και περιστασιακά, θα μιλήσει ο καθένας μέσα από την ψυχή του: απλά και άμεσα. Επομένως αληθινά, υπερβαίνοντας το προσωπείο που επιβάλλει συχνά ο ρόλος. Από πολλές πλευρές, ζήσαμε μια παράσταση που δεν προδίδει τον αρχαίο δραματουργό και θεωρώ το γεγονός ως νεωτερικότητα, στον κουλτουριάρικο χυλό που σερβίρεται με θράσος.

Ήταν φανερό ότι βασικό στόχος ήταν να δουλευτεί το κείμενο πολύ καλά και το αποτέλεσμα ήταν λαμπρό. Ο λόγος υποβλητικός άγγιξε την ευαισθησία των θεατών προκαλώντας τη φαντασία τους. Χωρίς φτηνά κόλπα, χωρίς βιασμό και αυθαιρεσία αναδείχτηκε ο Ευριπίδης. Και ήταν κέρδος απίστευτο, εάν σκεφθεί κανείς τις προκρούστειες παραστάσεις του καλοκαιριού, και την εύκολη θυσία του δραματικού κειμένου προκειμένου να διατυπώσει ο σκηνοθέτης τις αμφιβόλου ποιότητας, δηλαδή αυθεντικότητας, αναζητήσεις του. Από πολλούς άκουσα εφέτος: «Λαχταρώ να δω μια παράσταση ακαδημαϊκή, να ακούσω ολόκληρο το κείμενο του ποιητή.» Είναι κατόρθωμα, να μπορείς να στήσεις μια παράσταση, χωρίς να διασκευάσεις ή να κακοποιήσεις τον γνήσιο λόγο, όταν μάλιστα η σημερινή λαλιά του φτάνει σε μας από τον σπουδαίο και πρόωρα χαμένο διανοητή Γιώργο Χειμωνά.

 

 

Ο Δημήτρης Τάρλοου ως ξανθός Πενθ�ας.

Ο Δημήτρης Τάρλοου ως ξανθός Πενθέας.

Η συγκινητική παρουσία του τυφλού μάντη Τειρεσία, ρόλο που επωμίστηκε γερμανόφωνος ηθοποιός (J. Stössinger) και έμαθε τον ρόλο του στα ελληνικά, χωρίς να γνωρίζει ελληνικά (!), ήταν δύσκολο να τον παρακολουθήσει το κοινό, ήταν σπουδαία ως προσπάθεια αλλά αμφιβάλλω εάν έδενε με τον Κάδμο του Γιώργου Μωρόγιαννη με την εξαιρετικής ακρίβειας ηχητική έκφραση του λόγου. Ίσως, το ζητούμενο να ήταν και η αντίθεση των δύο, ωστόσο η βακχεία τους και το γκροτέσκ στοιχείο που πηγάζει από το ζεύγος, και λόγω της ηλικίας τους δεν αναδείχτηκε. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί υπηρέτησαν το δράμα με δύναμη και κυρίως αλήθεια. Ο Δημήτρης Τάρλοου (ανήσυχος πάντοτε και αναζητητής της ουσίας) με μία έντονη και στιβαρή παρουσία έπεισε ως Πενθέας, προσωρινός διαχειριστής μιας εξουσίας που τη χάνει, και από βασιλιάς γίνεται δούλος της ορμής και του πάθους υποκύπτοντας στα μάγια του Διονύσου και δέχεται να μεταμφιεστεί Βάκχη ώστε να μετέχει στην ορεινή λατρεία του Διονυσιακού θιάσου στον Κιθαιρώνα. Στην εξαίρετη φωτεινή σκηνή της εμφάνισης με τον πορφυρό χιτώνα, ζήσαμε μια μοναδική στιγμή θεατρικής μαγείας, που πιστεύω ότι θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν μέσα στο έργο, έστω και με τη χρήση χαμηλότερων φωτισμών. Εκτός εάν υπήρχε ο φόβος της γραφικότητας και του φολκλορισμού και απέφυγε η σκηνοθεσία κάθε επέμβαση που θα παρέπεμπε σε εύκολες αναγνωρίσιμες λύσεις. Αξέχαστος ο χορός των τριών Βακχών (Ι. Κανελλοπούλου, Ε. Κεχαγιά, Ε. Κουνάδη) που κατάφεραν να μαγνητίσουν το κοινό από την εμφάνισή τους, και παρόλη τη μειωμένη κίνησή τους, σε όλη τη διάρκεια της παράστασης.

 

Ο μελαχρινός Διόνυσος.

Ο μελαχρινός Διόνυσος, Νικόλαος Ελευθεριάδης.

 Ο Blaine Reininger, ο οποίος έδειξε την κλάση του με την μετάβαση που καταφέρνει χρησιμοποιώντας μια απλή μελόντικα, να μας πάει στην πραγματικότητα που απαιτεί το έργο και η παράσταση. Είμαι βέβαιος ότι θα μπορούσε να αξιοποιηθεί πολύ περισσότερο και μάλιστα ως σύνδεσμος σε τομές της δράσης. Το γεγονός ότι τα ελληνικά του δεν είναι καλά για να είναι Διόνυσος δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε να ενταχτεί στη ροή της παράστασης με κάποιον άλλον τρόπο, ίσως η άλλη πλευρά του Διονύσου, που είδαμε (Νικόλαος Ελευθεριάδης), η οποία ενώ είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον ακουστικά, οπτικά παραξένεψε το κοινό ή τέλος πάντως προκάλεσε διχογνωμίες. Τέλος η Ναταλία Καποδίστρια κρατώντας το τόσο ζεστόκαι ρεαλιστικά απεικονισμένο κεφάλι του Πενθέα (Τάρλοου), απόλυτα κυρίαρχη των μέσων της πέρασε στη μετάβαση από την τρέλα στην πραγματικότητα με αξιοθαύμαστη ακρίβεια και χωρίς φτηνούς μελοδραματισμούς. Βουβά. Βέβαια, η Αγαύη θα μπορούσε να πενθήσει τον Πενθέα της μοιρολογώντας,να πει δηλαδή, έστω μια μουσική φράση, εάν δεν υπήρχε ο φόβος (;) της γραφικότητας, προφανώς, εκ μέρους της σκηνοθέτιδος.

 

Η μουσική του Sylvain Jacques με βύθισε σε ήχους του σώματος, έμοιαζε με παραίσθηση ή με ηχώ που έρχεται από το διάστημα. Ήταν και δεν ήταν στην παράσταση. Και αυτό το λέω θετικά.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Συντελεστές: Μετάφραση.: Γ. Χειμωνάς – Σκηνοθεσία και σκηνικό Ρενάτε Τζετ – Κοστούμια.: P. Rinnert – Δραμ/κή επεξεργασία: M. Hakenbeck  – Μουσ.: S. Jacques – Φωτ.: F. Ross.
Παίζουν: Ν. Ελευθεριάδης (Διόνυσος), Β. Reininger (Διόνυσος), J. Stössinger (Τειρεσίας), Γ. Μωρόγιαννης (Κάδμος), Δ. Τάρλοου (Πενθέας), Α. Πελεκάνος (Άγγελος), Ν. Καποδίστρια (Αγαύη).
Χορός: Ι. Κανελλοπούλου, Ε. Κεχαγιά, Ε. Κουνάδη

Σύνδεσμος: Θέατρο Πορεία