Η μαμά πήγε, πάλι, εκδρομή

Αυτή τη φορά στα Γιάννενα. Θα πάει και Ζαγοροχώρια. Εκεί, εγώ δεν πάτησα το πόδι μου. Ακόμα. Και είναι χαρούμενη. Μια ζωή στη βιοπάλη, και τώρα απολαμβάνει αποδράσεις σε εξοχές. Έχει πατήσει τα 70. Παιδί του πολέμου και της κατοχής. Έχει πεινάσει και έχει ξενοδουλέψει από 10 χρονών. Την διέκοψαν από το σχολείο. Η οικογένεια είχε έξοδα. Δέκα στόματα έπρεπε να τραφούν. Σε όλα τα χρόνια του γάμου της οι διακοπές ήταν μια άγνωστη λέξη. Όπως και τα ταξίδια. Ήταν εξωτικά και για άλλους… Όχι για κείνην. Η ίδια ζούσε δράματα. Όπως οι ασπρόμαυρες ηρωίδες του σινεμά. Μελό. Ή μάλλον βίωνε τη ζωή από την άσχημη πλευρά της. Παρηγοριά οι γειτόνισσες. Μικρασιάτισσες οι περισσότερες. Από Ιωνία, Λυκία, Αϊβαλί ή Καππαδοκία, από Ατάλλεια, από τα βάθη ή τα παράλια της απέναντι ελληνίδος ακτής, από μυθικούς τόπους. Γυναίκες ανοιχτές, καλόκαρδες. Κοινωνικές, γνώριζαν απόλυτα τί σημαίνει μοίρασμα, και τι σημαίνει βοηθώ αυτόν που έχει την ανάγκη μου. Γυναίκες αθώες που άφησαν τη γη τους, έθαψαν παιδιά στον δρόμο προς την Ελλάδα, και δεν το έβαλαν κάτω. Με την τέχνη των χαλιών,  την υφαντική ή το εμπόριο έθρεψαν τις οικογένειἐς τους, και συχνά τους γείτονες. Αλλά, μας άφησαν χρόνους… Η κυρά Αγγέλα, η κυρία Σουλτάνα, η κυρά Μαρία… Τις θυμάμαι να μπαινοβγαίνουν στη ζωή μου, από τις ορθάνοιχτες πόρτες του μικρού σπιτιού, με την αυλή, γλυκά… σαν τη μυρωδιά του αγιοκλήματος!

Και τώρα, η μητέρα σα να ζει μια νέα, δεύτερη ζωή. Αυτοοργανώνεται. Δεν περιμένει και πολλά από τα παιδιά της. Έχει αρχίζει και στρέφει το ενδιαφέρον σε εκείνην. Όπως πολλοί ακόμα της γενιάς της. Βρίσκονται σε διάφορα σημεία. Όχι τόσο σε εκκλησιαστικές συνάξεις. Εκεί πάνε μάλλον από καθηκοντολογία ή από φόβο θεού. Ανταμώνουν σε ΚΑΠΗ ή σε εκδρομές της ένωσης συνταξιούχων, ή επειδή στη γειτονιά οργανώνει μια εκδρομή. Μονοήμερη ή πολυήμερη. Όπως τώρα. Στα Γιάννενα.

 

Τιμοθ�α Κουλούρη, Χωρίς τίτλο. Μικτή τεχνική. Εγκατάσταση, 500Χ230 cm, 2003.

Τιμοθέα Κουλούρη, Χωρίς τίτλο. Μικτή τεχνική. Εγκατάσταση, 500Χ230 cm, 2003.

Αισθάνεται σα να βιώνει μια μικρή επανάσταση. Φύση συνεσταλμένη σπάνια αντιδρούσε. Μάλλον λειτουργούσε κατευναστικά ή πυροσβεστικά όταν άναβαν τα αίματα.

Το στερεότυπο που ήθελε τον ηλικιωμένο να ασχολείται με τα εγγόνια του έχει αρχίσει και σπάει. Και είναι καλύτερα. Οι ρόλοι αλλάζουν. Η γειτονιά έχει πεθάνει προ πολλού. Μαζί με τις Μικρασιάτισσες μάνες. Και τα παιδιά μεγάλωσαν. Το καθένα στον μικρόκοσμό του. Όμως, η μοναξιά δεν αντέχεται. Σε όποιαν ηλικία κι αν είσαι. Και όταν μεγαλώνεις γίνεται ακόμη μεγαλύτερο το βάρος της. Παλαιά υπήρχε η σιωπή και η εγκαρτέρηση. Θα έλεγα ένα είδος μαζοχισμού, αφού οι μεγάλοι είχαν δεχτεί τον ρόλο του απόμαχου. Δούλεψαν, έκαναν παιδιά, έγιναν παππούδες, και μετά τέλος. Αυλαία. Αναμονή θανάτου. Αυτό έχει μεταβληθεί. Η μάνα μου αφού πένθησε τον άντρα της, τώρα ανθίζει. Θέλει να είναι όμορφη. Προσέχει πιο πολύ, τώρα, την εμφάνισή της.

 

Είναι παράξενο. Σαν να βγαίνει τώρα από την εφηβεία. Επιτέλους να ωριμάζει. Και να παίρνει τη ζωή στα χέρια της. Από αυτό το «ναί» που θα πεί στην εκδρομή των συνταξιούχων. Αναγνωρίζει στον εαυτό της το δικαίωμα να ρυθμίσει τα θέλω της.  Και είναι υπέροχο. Γιατί τη βλέπω να χαίρεται και να μην είναι στη θέση εκείνου που έχει να εκπαιδευτεί να υπηρετεί. Και να ξεχνάνε εκείνοι που υπηρετεί ότι έχει και η ίδια ανάγκες. Όχι τίποτα πολυτέλειες. Αλλά ανάγκες. Που δεν εξαντλούνται στην ικανοποίηση της επιβεβαίωσης ότι έχει κάνει το καθήκον της στη κοινωνία ως μητέρα. Ή γιαγιά. Αλλά είπαμε το στερεότυπο.

Όσοι πατάνε μια ηλικία είναι σα να γίνονται αόρατοι. Σα να μην έχουν αισθήματα ή συναισθήματα. Κι ας έχουν συντροφιά την αλλοδαπή, που θα τη βγάλει για ψώνια ή θα την πάει για μπάνιο στη θάλασσα. Και φυτοζωούνε γιατί οι πολλοί τους θέλουν έτσι. Και οι πολλοί είναι τα παιδιά τους. Που δεν μπορούν να δουν τη μάνα ή τον πατέρα έξω από το σπίτι, έξω από το σχήμα της οικογένειας, σε άλλους ρόλους από τον ρόλο του γονιού.

Και συχνά όσοι τολμούσαν να ζήσουν, να παίξουν νέους ρόλους, γίνονταν αντικείμενο γελοιοποίησης: είναι ασύμβατο έρωτας και γηρατιά, είναι απαγορευμένη η ιλαρότητα και το παιγνίδι όταν μεγαλώσεις. Η περιθωριοποίηση είναι γεγονός μιας «άπληστης» κοινωνικής αντίληψης που θέλει να εκμεταλλευτεί την ευρρωστία του νέου και επιδιώκει να αποκλείσει κάθε άλλη έκφραση που δεν συμβάλει στη ζωική αναπαραγωγή… που επιβάλλεται ως αποκλεισμός γιατί έχουν μάθει όχι μόνο να σιωπούν αλλά και ότι δεν μπορεί να κάνουν άλλα πράγματα για να είναι ζωντανοί. Δηλαδή ενεργοί.

Μόλις έκλεισα το τηλέφωνο. Ταχτοποιήθηκαν στο ξενοδοχείο. Πολυτελέστατο! Τώρα πήγαν στη λίμνη. Για ουζάκι. Τη χαίρομαι. Και τη νοιάζομαι. Η μαμά σα να είναι το παιδί μου…

2 thoughts on “Η μαμά πήγε, πάλι, εκδρομή

  1. Ava

    Καλά να είναι η μαμά και να χαρεί όσα έχει στερηθεί τόσα χρόνια! (Και να πιει κι ένα ουζάκι στην υγειά μας 🙂 )

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s