Είναι το σύμβολο του ζωδίου του τοξότη! Έρχεται από τις Ινδίες και την Ιαπωνία και ανήκει στο γένος των ροδόδενδρων. Μου κόστισε μόνο 10 ευρώ και είναι ήδη διαμορφωμένο δεντράκι. Χρώμα ροζ. Κι αποφάσισα να αποκτήσω ένα αδελφάκι της. Χρώμα κόκκινο.
Παλαιότερα τις έβλεπα και τις σνόμπαρα. Αλλά τελικά, αγάπησα την αζαλέα. Εϊναι τόσο όμορφη που δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι είναι αληθινή. Δεν θέλει ιδιαίτερη περιποίηση. Της αρέσει ένα σημείο ημισκιαζόμενο. Χώμα αφράτο, όπως φυτόχωμα ή καστανόχωμα, που να διατηρεί την υγρασία του μεταξύ των ποτισμάτων. Νεράκι, λίπασμα και σίδηρο. Λίγο πολύ έχει ανάγκη τη φροντίδα της γαρδένιας.
Στην Αμερική υπάρχει μια τρέλα με τις αζαλέες με γιορτές και εκδηλώσεις, όπως και ειδικές εταιρείες με λάτρεις του πανέμορφου φυτού, καθώς και σημεία όπου μπορεί κανείς να επισκεφθεί και να μάθει περισσότερα για τις ποικιλίες που υπάρχουν και έχουν καταγραφεί, όπως ο Εθνικός Δενδρολογικός Κήπος (Azalea Collection of the U.S. National Arboretum) στην Washington, DC.
Στο φεστιβάλ αζαλέας στη Βόρεια Καρολίνα έχουμε και στέψη της βασίλισσας, παρελάσεις αρμάτων, αλόγων, αστυνομικίνες με την Mis USA, μαζορέτες, μουσικές εκδηλώσεις,μπάντες και ορχήστρες, πολλά σημαιάκια, στολές, τσίρκο, περιηγήσεις σε κήπους και άλλα νόστιμα. Μοιάζει επαρχιακό, «αμερικάνικο» και κιτς θα λεγε κάποιος πικρόχολος. Κάτι μεταξύ καρναβαλιού και εθνικής γιορτής. Όμως, έτσι, όπως βλέπω το βιντεάκι σκέφτομαι πως από κάτι πάρα πολύ μικρό και ταπεινό, ένα λουλούδι, μπορεί να στηθεί μία ολόκληρη ιστορία που να αφορά τη φυσιογνωμία και την ταυτότητα της πόλης. Από το μηδέν. Και κυρίως να μετατραπεί ο τόπος αυτός σε προορισμό για ξένους επισκέπτες. Δηλαδή να αναπτυχθεί οικονομικά με τα μέσα που διαθέτει. Και με τις ιστορίες που διηγείται.
Ο τόπος μας δεν έχει ανάγκη την εφεύρεση ιστοριών. Η συνέχεια οίκησης από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι κάτι που δελεάζει, με άπειρες ιστορίες από τη μυθολογία μέχρι το ξαναστήσιμο του παρελθόντος στα μουσεία και τις νεώτερες αφηγήσεις για την πόλη. Η Αθήνα μας είναι προορισμός για ξένους επισκέπτες, που συχνά, όμως, (αν όχι τις περισσότερες φορές) μετατρέπεται σε τραυματική εμπειρία.
Εδώ, στην καρδιά της πόλης, είναι συχνό το φαινόμενο, όταν οι ξένοι βγαίνουν από το αρχαιολογικό μουσείο της Πατησίων (ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς των επισκεπτών στη χώρα) να βάζουν στη μύτη τους μαντήλια και αρωματικά μαντηλάκια για να αμυνθούν από τις οσμές και τη δυσωδία που αποπνέει η περιοχή. Περνάνε απέναντι και το ξενοδοχείο Ακροπόλ με τα σχισμένα πανιά στην πρόσοψη τους υποδέχεται για να περπατήσουν στο πανβρώμικο πεζοδρόμιο, μαύρο από τη λίγδα των σκουπιδοτενεκέδων, σε φάρδος 1,50 περίπου μέτρου. Εκεί, δίπλα βρίσκεται και η στάση του τουριστικού λεωφορείου που βλέπει ο ξένος την Αθήνα από ψηλά. Λίγα μέτρα παραπέρα η εγκατάλειψη του κτηρίου του Πολυτεχνείου είναι προκλητική. Τη μέρα φαντάζει σαν ένας τεράστιος πίνακας αυτοέκφρασης τη νύχτα ένας σκοτεινός χώρος σκιών να τρυπιούνται που προκαλεί φόβο στους περαστικούς όταν πηγαίνουν σπίτι τους. Αφημένο στην τύχη του, χωρίς συντήρηση στην εξωτερική του όψη, είναι ακόμη ένα δείγμα της αδιαφορίας για τα μνημεία της πρωτεύουσας.
Ένας δρόμος παραπάνω το Υπουργείo Πολιτισμού. Δεν ξέρω αν είχε ποτέ τον χρόνο ο κύριος Γερουλάνος να περπατήσει από τη δουλειά του, κατεβαίνοντας την Τοσίτσα να δει ακριβώς το χάλι. Και να συναισθανθεί τι σημαίνει να ζης σε αυτές τις γειτονιές ή να είσαι ένας απλός προσκυνητής του ελληνικού πολιτισμού από μια μακρινή πατρίδα…
Πώς μπορείς να κάνεις πολιτική για τον πολιτισμό ή να μιλάς για τουριστική ανάπτυξη όταν δεν μπορείς να διαχειριστείς με αξιοπρέπεια την εικόνα του κέντρου της πόλης; H οικονομική χρεωκοπία έπεται της πολιτισμικής αφασίας!
Ναί, μέσα στη καρδιά της Αθήνας, είμαστε ανίκανοι να υπερασπιστούμε τον πολιτισμό και την ιστορία αυτού του τόπου. Το παρελθόν τιμά αποκλειστικά εκείνους που έζησαν, κάποτε, σε αυτά τα χώματα. Στο παρόν, μόνοι μας βγάζουμε τα μάτια μας…