Category Archives: ΘΕΟΛΟΓΙΑ

«Ορθοδοξία και συναφειακή θεολογία. Εναύσματα από την εκκλησιαστική Παράδοση»

Διεθνές Συνέδριο 23-26 Μαΐου 2013
(Cluj-Napoca, Ρουμανία)

   Το απόγευμα της 23ης Μαΐου ξεκίνησαν οι εργασίες του Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου με τίτλο «Ορθοδοξία και συναφειακή θεολογία. Εναύσματα απο την εκκλησιαστική Παράδοση» στην Cluj-Napoca, της Ρουμανίας. Επιφανείς Ορθόδοξοι θεολόγοι απ’ όλον τον κόσμο συγκεντρώθηκαν για να συζητήσουν μέσα από την προοπτική της πατερικής θεολογίας τις προκλήσεις που φέρνει η συναφειακότητα για το μέλλον της Ορθόδοξης θεολογίας. Το Συνέδριο διοργανώθηκε από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών του Βόλου σε συνεργασία με το Ρουμανικό Ινστιτούτο Δι-ορθόδοξων, Δι-ομολογιακών και Δια-θρησκευτικών Σπουδών (INTER, Cluj-Napoca, Ρουμανία), το Πρόγραμμα Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Fordham (Νέα Υόρκη, Η.Π.Α.), την Έδρα Ορθόδοξης θεολογίας του Πανεπιστημίου του Münster (Γερμανία), το Χριστιανικό Πολιτιστικό Κέντρο Βελιγραδίου/ Κέντρο για τη Μελέτη του Πολιτισμού και του Χριστιανισμού (Βελιγράδι, Σερβία), το Βιβλικό Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Ανδρέα (Μόσχα, Ρωσία) και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών (EFOST, Βρυξέλλες) με την υποστήριξη της Ορθόδοξης Μητρόπολης του Cluj και της Σχολής Ορθόδοξης θεολογίας του Πανεπιστημίου Babes – Bolyai (Cluj-Napoca, Ρουμανία).
O Καθηγητής Mihaela Lutas, ως εκπρόσωπος της Σχολής Ορθόδοξης θεολογίας του Πανεπιστημίου Babes – Bolyai που φιλοξένησε το συνέδριο, αφού καλωσόρισε τους συνέδρους, επεσήμανε τη σπουδαιότητα του θεολογικού αυτού γεγονότος. Η Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Babes – Bolyai, διαθέτει τέσσερις επιμέρους θεολογικές σχολές, την Ορθόδοξη, την Ρωμαιοκαθολική, την Ελληνόρρυθμη Καθολική, και την Προτεσταντική, προσφέροντας έτσι ένα πρόγραμμα σπουδών με ανοικτούς ορίζοντες. Στη συνέχεια ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου, Καθηγητής  Ioan Chirila υπογράμμισε τη σημασία της θεματικής του συνεδρίου, όπως επίσης και την πανορθόδοξη σπουδαιότητά του. Ο Μητροπολίτης του Cluj Ανδρέας από την πλευρά του, στον σύντομο χαιρετισμό του διατύπωσε ορισμένες σκέψεις σχετικά με την σπουδαιότητα της συναφειακότητας, τονίζοντας οτι εαν η Εκκλησία δεν είναι συναφειακή, δεν μπορεί να είναι πιστή στον Ιησού Χριστό, ο οποίος είναι «Ιησούς Χριστός εχθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ.13:8). Ο Radu Preda, (Διευθυντής του Ρουμανικού Ινστιτούτου Δι-ορθόδοξων, Δι-ομολογιακών και Δια-θρησκευτικών Σπουδών (INTER, Cluj-Napoca), Ρουμανία και Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνικής Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Babes – Bolyai, έκανε στη συνέχεια μια σύντομη εισαγωγή στη θεματολογία του Συνεδρίου, σημειώνοντας ότι «η Ορθοδοξία διαθέτει ένα μήνυμα, αλλά εξακολουθεί να στερείται της (κατάλληλης) γλώσσας. Προκειμένου να μάθει αυτή τη γλώσσα, η Ορθοδοξία οφείλει να συνειδητοποιήσει σε βάθος την προβληματική και τις προσδοκίες της νεωτερικότητας».
Εἰκόνα

Στην πρώτη συνεδρία του Συνεδρίου ο π. Calinic Berger, (Δρ. Θεολογίας και ιερέας της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στις Η.Π.Α). ανέπτυξε το θέμα «Συναφειακή θεολογία, το ‘Πατερικό φρόνημα’ και η Τριαδολογία του π. Δημητρίου Στανιλοάε». Ο ομιλητής διέκρινε ανάμεσα στις δυο έννοιες του όρου «συναφειακή», από την μια μεριά την όψη της ιστορικο-κριτικής μελέτης των πατερικών κειμένων και από την άλλη την προσπάθεια της θεολογίας να εκφράσει τις αλήθειες της χριστιανικής πίστης με έναν τρόπο ουσιαστικό σε συγκριμένες κοινωνικές, γλωσσικές ή πολιτισμικές περιστάσεις, σημειώνοντας ότι η πρόκληση για την ορθόδοξη θεολογία είναι τόσο η αφομοίωση της πατερικής γνώσης όσο και η εφαρμογή της με έναν ζωντανό και μεταμορφωτικό τρόπο στην υπαρξιακή κατάσταση του μοντέρνου κόσμου. Ο εισηγητής παρουσίασε στη συνέχεια τρία βασικά συστατικά στοιχεία, τα οποία σύμφωνα με τη θεώρησή του συγκροτούν την έννοια του «φρονήματος των Πατέρων»: την ανάγκη για τη ζώσα εμπειρία του Θεού (τόσο την καταφατική όσο και την αποφατική), μια προσέγγιση της Παράδοσης ως δημιουργικότητα σε συνέχεια, και την κεντρικότητα της αγίας Γραφής στην ευσέβεια και τη θεολογική σκέψη. Στην προοπτική αυτή εξέτασε την θεολογική μεθοδολογία του π. Δημητρίου Στανιλοάε, όπως αυτή χρησιμοποιήθηκε στην τριαδολογία του, ως ένα παράδειγμα της νεο-πατερικής σύνθεσής του.

Ο Αριστοτέλης Παπανικολάου (Καθηγητής, Συν-Ιδρυτής Διευθυντής του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο του Fordham, Νέα Υόρκη-Η.Π.Α.) παρουσίασε το θέμα «Πρόσωπο, Αρετές και Πόλεμος». Με αφετηρία τη σκέψη του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, ανέπτυξε μια ορθόδοξη θεολογία του προσώπου, την οποία συσχέτισε με την αρετές, όπως κατανοούνται από τον Μαξίμο τον Ομολογητή, ως ένα είδος μαθητείας στο πως να αγαπάει κάποιος, αναδεικνύοντας τη σπουδαιότητα αυτής της θεολογίας του προσώπου σε σχέση προς την ηθική του πολέμου.

Στην πρώτη πρωινή συνεδρία της δεύτερης μέρας του Συνεδρίου (24 Μαίου), ο Διάκονος Paul Gavrilyuk, (Καθηγητής, Πανεπιστήμιο St Thomas, Minnesota – Η.Π.Α.) μίλησε με θέμα «Το επιστημολογικό περίγραμμα της Νεο-πατερικής θεολογίας του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ», όπου διερεύνησε τις επιστημολογικές συντεταγμένες του θεολογικού έργου του Ρώσου θεολόγου. Ο ομιλητής αρχικά επεχείρησε να συστηματοποιήσει τον τρόπο που ο Φλωρόφσκυ προσεγγίζει τα θεολογικά πρότυπα και τις πηγές του, όπως λ.χ. τη θεία Αποκάλυψη, την εκκλησιαστική εμπειρία, την αγία Γραφή και την Παράδοση. Σύμφωνα με τον εισηγητή, οι επιστημολογικές προκείμενες του Φλωρόφσκυ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον Alexei Khomiakov. Στην προοπτική αυτή σημείωσε ότι ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο Φλωρόφσκυ την θρησκευτική γνώση αποτελούσε μια μορφή κοινωνικής επιστημολογίας, η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί ως «η εκκλησιακή επιστημολογία της καθολικής μεταμόρφωσης».

Ο π. Radu Bordeianu, (Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Duquesne, Πρόεδρος του Ορθόδοξου Θεολογικού Συνδέσμου της Αμερικής – OTSA, Η.Π.Α.), ανέπτυξε το θέμα «Το Άγιο Πνεύμα καθιστά την Εκκλησία συναφειακή. Διαφορετικότητα, ενότητα, Χαρίσματα και Θεσμός, ήδη και όχι ακόμη», όπου σημείωσε ότι στο πλαίσιο της διασταύρωσης της Πνευματολογίας με την Εκκλησιολογία, η ορθόδοξη θεολογία μπορεί να καταστεί συναφειακή. Μετά την εξέταση των σχετικών θέσεων των Λόσκυ, Νησιώτη, Ζηζιούλα, Φλωρόφσκυ, Ευδοκίμοφ, Αφανάσιεφ και Στανιλοάε και των επιμέρους διαφορών που έχουν μεταξύ τους, έδειξε ότι όλοι οι παραπάνω στοχαστές ενδιαφέρονταν για την διατήρηση τόσο της ενότητας και της διαφορετικότητας της Εκκλησίας. Οι περισσότεροι μάλιστα απ’ αυτούς απέδωσαν τον ρόλο της διαφοροποίησης στο άγιο Πνεύμα που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της Εκκλησίας στο εκάστοτε περιβάλλον. Η συναφειακότητα της Εκκλησίας φανερώνεται στην πολλαπλότητα των προσώπων που τη συγκροτούν, στα διαφορετικά αξιώματα και δωρεές, όπως επίσης και στη σχέση ανάμεσα στα χαρίσματα και στο θεσμό. Σύμφωνα με τον ομιλητή, το Άγιο Πνεύμα διαποτίζει όλες αυτές τις πτυχές της εκκλησιαστικής ζωής, καθιστώντας την Εκκλησία συναφειακή, διατηρώντας επίσης την ταυτότητά της δια μέσω των αιώνων, στον εκάστοτε τόπο.
Ο Ιωάννης Φωτόπουλος, (Αναπληρωτής Καθηγητής, St Mary’s College-Η.Π.Α.) μίλησε με θέμα «‘Ας εξασκηθούμε στην βιβλική έρευνα’: Η αλληλογραφία μεταξύ Ιερωνύμου και Αυγουστίνου Ιππώνος αναφορικά με θέματα σύγχρονης Ορθόδοξης Βιβλικής επιστήμης». Ο ομιλητής εξετάζοντας την μακροχρόνια αλληλογραφία μεταξύ Ιερωνύμου και Αυγουστίνου στα τέλη του 4ου αιώνα και στις αρχές του 5ου καθώς και τη μεταξύ τους συζήτηση πάνω σε θέματα βιβλικής ερμηνείας, όπως λ.χ. την κειμενική κριτική, τη μετάφραση, την εξηγητική και την ερμηνευτική, έδειξε τον τρόπο που η βιβλική επιστήμη του Ιερωνύμου και του Αυγουστίνου είναι σημαντική τόσο για την ορθόδοξη βιβλική επιστήμη όσο και για τον ορθόδοξο χριστιανισμό γενικότερα, αναδεικνύοντας επίσης τρόπους με τους οποίους η σύγχρονη βιβλική επιστήμη εξελίχθηκε από την εποχή των Πατέρων αυτών. Υποστήριξε επίσης ότι δεν είναι επαρκές για τους ορθόδοξους χριστιανούς να επαναλαμβάνουν απλά την εξηγητική του Αυγουστίνου, του Ιερωνύμου ή οποιουδήποτε άλλου Πατέρα, αλλά αντίθετα χρειάζεται να μάθουν απο τους Πατέρες, χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τα επιστημονικά εργαλεία που είναι διαθέσιμα στις μέρες μας, προκειμένου να ερμηνεύουν τις Γραφές κατά τρόπο αποτελεσματικό στη σύγχρονη πραγματικότητα.

Η Σπυριδούλα Αθανασοπούλου-Κυπρίου, (Δρ. Θεολογίας, Διδάσκουσα στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο) παρουσίασε το θέμα «Το εσχατολογικό σώμα: Οικοδομώντας την χριστιανική ορθόδοξη ανθρωπολογία επέκεινα της φυλετικής ταυτότητας». Η ομιλήτρια συζήτησε κυρίως το ερώτημα «πως μπορεί ο ορθόδοξος θεολογικός λόγος να απαντήσει στις σύγχρονες προκλήσεις τηςδιαφοράς του φύλου και της πολιτογραφημένης και υποχρεωτικής ετεροφυλοφιλίας χωρίς να οπισθοδρομήσει προς έναν φυλετικό ουσιοκεντρισμό, σεξισμό και την πατριαρχική ομοφοβία;». Εξετάζοντας τις απελευθερωτικές πηγές της ορθόδοξης παράδοσης, υποστήριξε περαιτέρω ότι η πατερική σκέψη και η ορθόδοξη θεολογία μπορούν να συμβάλουν τόσο στις πνευματικές φιλοδοξίες όσων υφίστανται διακρίσεις όσο και στον σύγχρονο λόγο αναφορικά με την σεξουαλικότητα. Επίσης, παρουσίασε την εσχατολογικά προσανα-τολισμένη, θεωρία για το φύλο του Γρηγορίου Νύσσης, ολοκληρώνοντας την εισήγησή της με μια σύντομη συζήτηση των επιμέρους τρόπων με τους οποίους ο ορθόδοξος θεολογικός λόγος μπορεί να συμβάλλει στις σύγχρονες συζητήσεις πάνω σε θέματα φύλου και σεξουαλικότητας, προσωπικής μεταμόρφωσης και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Ο Rastko Jovic, (Δρ. Θεολογίας, Εκπαιδευτικός, μέλος του Εκπαιδευτικού Ινστιτούτου της Θεολογικής Σχολής Βελιγραδίου), ανέπτυξε το θέμα «Θεολογία με ανθρώπινο πρόσωπο», όπου διατύπωσε τον προβληματισμό του για τη συναφειακότητα της ορθόδοξης θεολογίας, προσφέροντας ορισμένα παραδείγματα από την κομμουνιστική περίοδο. Ασκώντας κριτική στην θεολογία εκείνη που αποφεύγει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της εποχής της, θεωρώντας την ως δοκητική, τόνισε τη σημασία και την ανάγκη μιας σοβαρής κατανόησης της ιστορίας. Σύμφωνα με τον ομιλητή, η θεολογία της απελευθέρωσης σχετίζεται με την καταστροφική οικονομική κατάσταση στην Λατινική Αμερική και την Αφρική και επομένως δεν είναι επαρκής προκειμένου να αντιμετωπίσει προβλήματα που ανακύπτουν σε άλλο ιστορικό πλαίσιο. Ωστόσο, μια θεολογία με ανθρώπινο πρόσωπο είναι αναγκαία για μια προσέγγιση των ανθρώπων στο σήμερα, ως φροντίδα για την σωτηρία της ανθρωπότητας στο παρόν. Το μήνυμα της Εκκλησίας εξαρτάται από τον βαθμό που θα μπορέσει να απελευθερωθεί το ίδιο από δομές που αντανακλούν τη φεουδαρχική κοινωνία αντί τη Βασιλεία του Θεού. Χωρίς εσωτερική απελευθέρωση, η Εκκλησία δεν θα καταστεί ικανή να δημιουργήσει θεολογία που θα μπορούσε να θεωρείται αξιόπιστη από τον σύγχρονο κόσμο.
Ο Michael Hjälm, (Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος του Ορθόδοξου Ιδρύματος «Άγιος Ιγνάτιος» Στοκχόλμη, Σουηδία, Θεολογικός Σύμβουλος Ιεράς Μητροπόλεως Ελσίνκι, Ορθόδοξη Εκκλησία της Φιλανδίας), μίλησε με θέμα «Ο ρόλος της Εκκλησίας στις Οικονομικές κρίσεις. Αναφορικά με την σχέση ανάμεσα στις ηθικές προ-καταλήψεις και την εμπορευματοποίησή τους», όπου παρουσίασε την ανάπτυξη των κοινωνικών και οικονομικών δομών στην νεωτερικότητα, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Εκκλησία συνδέεται με έναν προ-νεωτερικό κόσμο που έχει στο επίκεντρό του ολιστικές κοσμοθεωρίες. Πρόκειται εδώ για το ακριβώς αντίθετο του εξορθολογισμού ως ένα είδος διαφοροποίησης. Αυτό δημιουργεί ένα περιβάλλον που εμποδίζει την πορεία του εξορθολογισμού με αποτέλεσμα την διαίρεση παρά την διάκριση ανάμεσα σε ηθικά και κοινωνικά ζητήματα απέναντι σε υπο-συστήματα που περιλαμβάνουν μορφές εμπορευματοποίησης. Με βάση μια κατανόηση του εξορθολογισμού ως διαφοροποίηση, ο ομιλητής υποστήριξε ότι η οικονομική κρίση στην νοτιοανατολική Ευρώπη, και ειδικά στην Ελλάδα διαθέτει πολιτιστικές και εκκλησιαστικές ρίζες που θέτουν υπο αμφισβήτηση την αυτο-κατανόηση της Εκκλησίας και την πράκτική της σε σχέση προς την κοινωνία.
Ο π. Zosim – Dorin Oancea, (Καθηγητής Φιλοσοφίας της Θρησκείας, Πανεπιστήμιο του Sibiu, Ρουμανία), μίλησε με θέμα «Κοινωνία με το Θεό μέσα στον Κόσμο. Η περιβαλλοντική κρίση ως πρόκληση για την αυτοκατανόηση της Ορθοδοξίας». Ο ομιλητής τόνισε με έμφαση ότι η συναφειακότητα σχετίζεται προς το περιβάλλον, διατυπώνοντας το ερώτημα για τον βαθμό που η σύνδεση ανάμεσα στην πνευματική ζωή και το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον της ανθρωπότητας είναι νόμιμη ή όχι. Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, όπως εκφράστηκε, λ.χ. στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, η κοινωνία με τον Θεό στο πλαίσιο της φύσης είναι συστατικός παράγοντας για όλους τους ανθρώπους σε κάθε εποχή. Αναφερόμενος σε ορισμένες σημαντικές στιγμές από την πρόσφατη ιστορία της εμπλοκής της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε θέματα οικολογίας, ο ομιλητής ερμήνευσε την θεολογική συναφειοποίηση με όρους ενεργοποίησης, όταν αυτό είναι αναγκαίο, συγκεκριμένων δυνατοτήτων που υπάρχουν στην Παράδοση και στην λειτουργική εμπειρία της Εκκλησίας.
Ο Assaad Elias Kattan, (Καθηγητής στην Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Münster, Γερμανία), ανέπτυξε το θέμα «Ο Σταυρός ως ‘Ισλάμ’- Η προσέγγιση του Georges Khodr ως ένα παράδειγμα συναφειακής θεολογίας». Μεταξύ των διαφόρων θεολογικών θεμάτων, με τα οποία έχει ασχοληθεί ο Georges Khodr, σήμερα Μητροπολίτης του Όρους Λιβάνου, ένας θεολόγος με την μεγαλύτερη ίσως επιρροή στο Αραβικό κόσμο, το Ισλάμ κατέχει κυρίαρχη θέση. Η προσέγγιση του Ισλάμ από τον Khodr, με το οποίο οι προ-Χαλκηδόνιοι Χριστιανοί είχαν έρθει σε επαφή ήδη από τον 7ο αιώνα, δεν αποτελεί μονάχα πρόσκληση για θεολογική καινοτομία, αλλά φανερώνει επίσης και τον εγγενή σύνδεσμο ανάμεσα σε μια καλή θεολογία και της συνάφειας. Ο ομιλητής διερεύνησε επίσης τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της προσέγγισης, επικεντρώνοντας στην συναφειακή προοπτική. Τέλος έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην κατανόηση απο τον Khodr του Εσταυρωμένου Ιησού, ως την πραγμάτωση της ίδιας της φύσης του «Ισλάμ».

Ο Radu Preda, (Διευθυντής του Ρουμανικού Ινστιτούτου Δι-ορθόδοξων, Δι-ομολογιακών και Δια-θρησκευτικών Σπουδών – INTER, Cluj-Napoca, Ρουμανία και Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνικής Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Babes –Bolyai), παρουσίασε το θέμα «Ανθρώπινα δικαιώματα ως ένα παράδειγμα συναφειακής θεολογίας». Ο ομιλητής επεσήμανε ότι όχι μόνο η Ορθοδοξία, αλλά και όλες οι άλλες χριστιανικές ομολογίες είχαν ένα δύσκολο δρόμο να διανύσουν πριν να αποδεχθούν τα ανθρωπίνα δικαιώματα. Βασική θέση του υπήρξε ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ανάγκη να υποστούν μια διπλή συναφειοποίηση: από τη μια μεριά οι χριστιανικές αρετές, ειδικά η βιβλική ανθρωπολογία, στο πλαίσιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και από την άλλη είναι ανάγκη να βρεθούν νέοι τρόποι προσέγγισης αυτών των αρετών. Πρόκειται εδώ για μια «συναφειοποίηση της συνάφειας».

Στην πρώτη πρωινή συνεδρία της τρίτης ημέρας του συνεδρίου (25 Μαΐου) ο π. Hilarion Reznichenko, (Μάστερ Θεολογίας, Ορθόδοξη Θεολογική Ακαδημία Αγίας Πετρούπολης, Τμήμα Κλασικών και Σύγχρονων Γλωσσών – Ρωσία) παρουσίασε το θέμα «Επιστήμη και Θρησκεία: Συμβατότητα και ισορροπία», όπου εξέτασε τη σχέση της επιστήμης προς τη θρησκεία ως μια από τις πλέον σημαντικές προκλήσεις της σύγχρονης Ορθόδοξης απολογητικής. Ο ομιλητής υποστήριξε ότι η θρησκεία και η επιστήμη μπορούν να συνυπάρξουν αμοιβαία ως δυο διαφορετικοί αλλά όχι αντιφατικοί τρόποι κατανόησης του κόσμου και της γνώσης. Στην προοπτική αυτή, η τάση αναμίξεως της επιστήμης με τη θρησκεία ή ο ολοκληρωτικός διαχωρισμός τους δεν φαίνεται να αποτελούν τις πιο κατάλληλες προσεγγίσεις. Αν και ο διάλογός μεταξύ επιστήμης και θρησκείας δεν γνώρισε μόνο θετικές αλλά και αρνητικές φάσεις, τα κοινά σημεία αλληλεπίδρασης καθίστανται προφανή κάτω από συγκεκριμένες επιστημολογικές συνθήκες. Ο ομιλητής σημείωσε ότι η σύγχρονη θεολογία διατρέχει τον κίνδυνο να καταστεί μη βιώσιμη εάν δεν εκτιμήσει κατάλληλα την πρόσβαση στις κατακτήσεις των φυσικών και ανθρωπιστικών επιστημών. Από τη  άλλη πλευρά, η επιστήμη θα μπορούσε να μετατραπεί σε επιστημονισμό ή ένα είδος ιδεολογίας, εάν δεν καταφέρει να επιδείξει παρόμοια ανοικτότητα.

cluj_nap01

Στη συνέχεια ο π. Γρηγόριος Παπαθωμάς, (Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και Ορθοδόξου Θεολογικού Ινστιτούτου αγίου Σεργίου Παρισίων, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών,-EFOST, Βρυξέλλες), ανέπτυξε το θέμα «Κανονικό Δίκαιο. Η σημασία των κανόνων σήμερα». Στην εισήγησή του ο ομιλητής υποστήριξε ότι η σημαντική και αναγκαία διάκριση ανάμεσα στην αλήθεια και την ιστορική συναφειακότητα αποτελεί πρωταρχικό κριτήριο και conditio sine qua non για τη μελέτη του κεντρικού ερωτήματος της συναφειακότητας στην ιστορία της Εκκλησίας. Η συναφειακότητα δεν προηγείται της αλήθειας, αλλά την ακολουθεί κατά τρόπο υποστατικό και δομικό (η αρχή της προτεραιότητας των ιερών Κανόνων). Η συναφειακότητα σχετικοποιείται, και η οντολογική της δύναμη περιορίζεται από το γεγονός ότι οι κανόνες «αφορούν» εξ ορισμού σε εσχατολογικές πραγματικότητες (η αρχή του εικονισμού των ιερών Κανόνων). Τέλος ο ομιλητής σημείωσε ότι οι κανόνες της Εκκλησίας διαθέτουν ξεκάθαρα ένα οντολογικό περιεχόμενο, τονίζοντας ότι αν και η ιστορική τους συναφειακότητα μπορεί να αποτελεί μια αναπόφευκτη πτυχή για την μελέτη τους, ωστόσο αυτή δεν περιορίζει σε καμιά περίπτωση την οντολογία τους.
Στην δεύτερη πρωινή συνεδρία, ο Χαράλαμπος Βέντης, (Δρ. Θεολογίας, Επιστημονικός Συνεργάτης Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών), εξέτασε το θέμα «Θεολογία και Ιστορία», από μια ορθόδοξη οπτική γωνία. Δίνοντας καταρχήν έμφαση στις πτυχές της χριστιανικής διδασκαλίας που επιβάλλουν μια εξ ολοκλήρου θετική στάση απέναντι στην ιστορία (λ.χ. την Ενσάρκωση), ο ομιλητής άσκησε κριτική σε εσωστρεφείς τάσεις της Εκκλησίας, που καθρεπτίζουν μια αποστασιοποίηση και αισθητή επιφυλακτικότητα σε σχέση προς την ιστορία, μια υποτίμηση της πολιτικής ή των προκλήσεων της νεωτερικότητας. Σύμφωνα με τον ομιλητή, η θεολογία είναι επιφορτισμένη με το προνόμιο της σχετικοποίησης των ιστορικών περιόδων και πολιτισμών, της διάλυσης των ψευδαισθήσεων του ιστορικού ντετερμινισμού, του εντοπισμού και της αντιμετώπισης των αδικιών και των ποικίλων μορφών βαρβαρότητας, προασπίζοντας έτσι την ανοικτή φύση του μέλλοντος, που διαμορφώνεται από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο «όπου θέλει πνει» (Ιω. 3:8).

Ο Διονύσιος Σκλήρης, (Μάστερ Πανεπιστημίου King’s College του Λονδίνου και Σορβόννης) παρουσίασε το θέμα «Η μαξιμιανή διαλεκτική ανάμεσα στον Λόγο, Τρόπο, το Τέλος σε μετανεωτερικό πλαίσιο και η σημασία της για τη θεολογική αξιολόγηση των φυλών και του εθνικισμού», όπου υποστήριξε ότι η διαλεκτική αυτή, όπως εντοπίζεται στο έργο του αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί εκ νέου ως μια ιδιότυπη «θεολογία του διαλόγου». Μια τέτοια θεολογία θα μπορούσε να εμπλακεί σε διάλογο με την μετανεωτερικότητα, όπως επίσης και με συγκεκριμένα ρεύματα σκέψης, όπως λ.χ. την μετα-Εγελιανή διαλεκτική φιλοσοφία, έναν ορισμένο αντι-ουσιοκεντρισμό, κατάλληλο κατά την περίοδο μετά την γλωσσολογική στροφή στη φιλοσοφία και τη συναφή συμβολή του μετα-στρουκτουραλισμού, τη Λακανική και μετα-Λακανική ψυχαναλυτική σκέψη, τη φαινομενολογία κλπ. Ο ομιλητής παρουσίασε επίσης ένα παράδειγμα εφαρμογής μιας τέτοιας «θεολογίας του διαλόγου» (η οποία περιλαμβάνει επίσης κι άλλα ρεύματα της ορθόδοξης παράδοσης, όπως την τριαδική θεολογία των Καππαδοκών, την ανθρωπολογία του Γρηγορίου Νύσσης, την έμφαση της σχολής της Αντιόχειας στην ιστορικότητα κλπ.) στο θέμα της φυλής και του έθνους. Η προσέγγισή του βασίστηκε σε μια νεο-χαλκηδόνια λογική όπου οι διαιρέσεις καλούνται να μεταβληθούν σε διακρίσεις που βρίσκονται σε διάλογο, αναζητώντας μια τρίτη εναλλακτική αναφορικά με το δίλημμα ανάμεσα στον εθνικισμό και την αφηρημένη παγκοσμιότητα.

Στην πρώτη απογευματινή συνεδρία η  Crina Gschwandtner, (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Fordham, – Νέα Υόρκη-Η.Π.Α.), μίλησε με θέμα «Φιλοσοφία και Θεολογία», όπου υποστήριξε ότι η φιλοσοφία υπηρετεί μια σημαντική λειτουργία στο πλαίσιο της ορθόδοξης παράδοσης και μπορεί να βοηθήσει τη σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία να ασχοληθεί με τη συνάφεια του μετανεωτερικού κόσμου, στον οποίο ζούμε. Η ομιλήτρια πρότεινε ότι η σύγχρονη γαλλική φιλοσοφία, ειδικά η ερμηνευτική και η φαινομενολογία, μπορεί να προσφέρει σημαντικά εργαλεία για τη θεολογική σκέψη, δείχνοντας με ποιο τρόπο θα μπορούσε αυτή να αξιοποιηθεί με παραγωγικό τρόπο από την σύγχρονη ορθόδοξη σκέψη

Ο Βασίλειος Μακρίδης, (Καθηγητής Κοινωνιολογίας του Ορθόδοξου Χριστιανικού Πανεπιστημίου του Erfurt, Γερμανία), ανέπτυξε το θέμα «Ορθόδοξος Χριστιανισμός και Κοινωνικές Επιστήμες: Κοινωνιολογία, Κοινωνική Ανθρωπολογία, Πολιτική Επιστήμη». Σύμφωνα με τον ομιλητή, η Εκκλησία πάντοτε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο είχε αντιμετωπίσει κοινωνικά ζητήματα (λ.χ. φτώχεια, αδικίες) και είχε αναπτύξει την ανάλογη φιλανθρωπική δράση. Υπάρχει επίσης στην ιστορία ένας πλούσιος θεολογικός στοχασμός πάνω σε κοινωνικά θέματα, από μια ορθόδοξη οπτική γωνία. Επιπλέον, η κοινωνική κριτική δεν είναι κάτι που απουσιάζει από τον αντίστοιχο θεολογικό λόγο. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, κάποιος θα μπορούσε να εντοπίσει αρκετές διαφορές ανάμεσα στην Ορθόδοξη Ανατολή και την Λατινική Δύση σε σχέση με την αντιμετώπιση κοινωνικών θεμάτων, ειδικά μάλιστα στην νεώτερη εποχή. Για παράδειγμα η Ορθόδοξη Ανατολή κατά βάση στερείται μιας συστηματοποίησης των θέσεων της Εκκλησίας με την μορφή μια «κοινωνικής διδασκαλίας», κάτι που αντίθετα απαντάται στην Δύση. Ο ομιλητής σημείωσε επίσης ότι οι σύγχρονες κοινωνικές επιστήμες αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές σκοπιμότητες και απολαμβάνουν σήμερα ένα πλήρως αυτονομημένο καθεστώς στον ακαδημαϊκό χώρο. Παρ’ όλα αυτά τα αποτελέσματα των ερευνών τους λαμβάνονταν συχνά σοβαρά υπόψη, ως χρήσιμα για τις πρακτικές ανάγκες του έργου της Εκκλησίας με συνέπεια να περιλαμβάνονται σε επιστημονικά πεδία, όπως η «χριστιανική κοινωνιολογία». Ο ομιλητής προσέγγισε το ευρύτατο αυτό ζήτημα, εξετάζοντας τους τρόπους με τους οποίους η ορθόδοξη θεολογία μπορεί να ξεκινήσει έναν δημιουργικό διάλογο με τις σύγχρονες κοινωνικές επιστήμες, ενώ συζήτησε ορισμένες επιφυλάξεις που οφείλουν οι Ορθόδοξοι να έχουν κατά νου.

Στην δεύτερη απογευματινή συνεδρία, η οποία ήταν και η τελευταία του συνεδρίου, ο Davor Dzalto, (Καθηγητής Πανεπιστημίου του Niss, Πρόεδρος του Ινστιτούτου για τη Μελέτη του Πολιτισμού και του Χριστιανισμού, Βελιγράδι, Σερβία), εξέτασε το θέμα «Ορθοδοξία και Σύγχρονη τέχνη: μια αφύσικη συμμαχία;», όπου υποστήριξε ότι η θρησκεία κατέχει μια «ιδιάζουσα θέση» στη σύγχρονη τέχνη. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τη θέση της σύγχρονης τέχνης στη θρησκεία, και ειδικά στην ορθόδοξη θεολογία. Ο ομιλητής αναρωτήθηκε γιατί η σύγχρονη τέχνη και θρησκεία ακολούθησαν χωριστούς δρόμους στην ιστορία της μετα-νεωτερικότητας, ενώ διερεύνησε εάν η ορθόδοξη θεολογία και η σύγχρονη τέχνη θα μπορούσαν να μάθουν η μια απο την άλλη και με ποιό τρόπο θα μπορούσε να γίνει αυτό. Προκειμένου να εξετάσει τις πιθανές σχέσεις και τα αμοιβαία οφέλη τους ο ομιλητής ανέλυσε ορισμένες έννοιες που είναι βασικές τόσο στην ορθόδοξη θεολογία (ειδικά στην ανθρωπολογία) όσο και σε ορισμένες απο τις σημαντικότερες εκδηλώσεις της σύγχρονης τέχνης: δημιουργία/ δημιουργικότητα, ελευθερία και η κοινωνική διάσταση της ανθρώπινης (καλλιτεχνικής) εμπειρίας και ύπαρξης.

Ο Παντελής Καλαϊτζίδης, (Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, Διδάσκων στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Επισκέπτης Καθηγητής στο Ορθόδοξο θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου-Παρίσι και Επισκέπτης Ερευνητής του Πανεπιστημίου του Princeton), παρουσίασε το θέμα «Θεολογία και Λογοτεχνία: η περίπτωση του Nicolae Steinhardt», όπου υποστήριξε ότι η Εκκλησία και η θεολογία – ειδικά απο την πατερική εποχή – φαίνεται να έχουν ανάγκη την διαμεσολάβηση της φιλοσοφίας, ειδικά στην οντολογική εκδοχή της, στο πλαίσιο της σχέσης και του διαλόγου τους με τον κόσμο. Σύμφωνα με τον ομιλητή, στον ραγδαία μεταβαλλόμενο σύγχρονο κόσμο, όπου ο διαμεσολαβητικός ρόλος της οντολογικής φιλοσοφίας δεν είναι πλέον αυτονόητος, το ερώτημα είναι ποιος χώρος μπορεί να αναλάβει αυτόν τον ρόλο και να λειτουργήσει ως μεσίτης ανάμεσα στη θεολογία και την θύραθεν σκέψη, μεταφράζοντας στη συναφειακή γλώσσα και στα πρότυπα της εποχής μας τις αιώνιες αλήθειες και αξίες του χριστιανικού Ευαγγελίου. Ο ομιλητής διερεύνησε τις σχετικές δυνατότητες, χρησιμοποιώντας ως υπόθεση εργασίας τον διάλογο ανάμεσα στη θεολογία και τη σύγχρονη λογοτεχνία, όπου η τελευταία διεκδικεί μια μη θεολογική κατανόηση της παγκοσμιότητας, προσφέροντας στην θεολογία τη συναφειακή γλώσσα και τα σχήματα με τα οποία η θεολογία θα μπορούσε να μεταδώσει το μήνυμά της στους ανθρώπους της μετανεωτερικότητας, έτσι ώστε να πάψει να αντιμετωπίζει τα ζητήματα του παρόντος με μια ξεπερασμένη και αυτο-αναφορική γλώσσα. Η σύγχρονη λογοτεχνία, και ειδικά το σύγχρονο μυθιστόρημα, το κατεξοχήν λογοτεχνικό είδος της νεωτερικότητας, φαίνεται να αποτελεί την «φιλοσοφία» και την «θεολογία» του ατόμου, το «ευαγγέλιο» του θρησκευτικά απελευθερωμένου εκκοσμικευμένου κόσμου της νεωτερικότητας. Έτσι εξηγείται γιατί η λογοτεχνία εκπροσωπεί μια κοσμολογία και μια ανθρωπολογία, παρόμοια αλλά διαφορετική από αυτή της θεολογίας. Η σύγχρονη λογοτεχνία εκπροσωπεί ένα μη θεολογικό λόγο για την παγκοσμιότητα, έναν λόγο που, πέραν της αποσπασματικής οντολογικής γλώσσας της φιλοσοφίας, επιχειρεί να προσφέρει, μέσω της ποίησης, της αφήγησης και της χρήσης του λογοτεχνικού μύθου, συνειρμικές και πολυσήμαντες – και ταυτόχρονα περισσότερο περιληπτικές και παγκόσμιες- απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα του κόσμου και του ανθρώπου. Ο αφηγηματικός λόγος, από την πλευρά του, ισχυρίζεται ότι μπορεί να απαντήσει σε ερωτήματα που η φιλοσοφία φαίνεται ότι απέτυχε να απαντήσει, όπως το θεμελιώδες ερώτημα – από τον Πλωτίνο, και τον Αυγουστίνο μέχρι τον Heidegger- «τι είναι ο χρόνος». Ο ομιλητής παρουσίασε την περίπτωση του Ρουμάνου μοναχού και συγγραφέα Nicolae Steinhardt – του «Πατριάρχη της Ρουμανικής λογοτεχνίας», και μιας εξέχουσας προσωπικότητας των ευρωπαϊκών γραμμάτων, σύμφωνα με πολλούς κριτικούς-, ως ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα για το είδος των προκλήσεων και δυνατοτήτων που η σύγχρονη λογοτεχνία προβάλλει στην θεολογία.

Μετά την τελευταία συνεδρία και πριν την ολοκλήρωση των εργασιών του συνεδρίου, ζητήθηκε από τους οικουμενικούς παρατηρητές, που συμμετείχαν στο συνέδριο χάρη στην πολύ γενναιόδωρη χορηγία του Προγράμματος για την Οικουμενική Θεολογική Εκπαίδευση του ΠΣΕ (ETE/WCC), να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις και τα σχόλιά τους στα επί μέρους θέματα του συνεδρίου.

Ο Stefan Tobler, (Καθηγητής στην Προτεσταντική Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Sibiu-Ρουμανία) σημείωσε την σπουδαιότητα του μεθοδολογικού ερωτήματος της συναφειακότητας. Σύμφωνα με τον ίδιο οι διαφορετικές προσεγγίσεις απο Προτεστάντες και Ορθόδοξους ερευνητές είναι κατά κύριο λόγο πολιτιστικής και όχι θεολογικής φύσεως. Επίσης τόνισε την πρόκληση της ιεραποστολής για μια δημιουργική συμβολή στο ζήτημα της συναφειακότητας και άσκησε κριτική σε λάθη που έχουν γίνει απο τις δυτικές Εκκλησίες αναφορικά με τον ευαγγελισμό σε μη δυτικές, πολιτισμικά, περιοχές. Τέλος διατύπωσε ορισμένα σχόλια πάνω σε διάφορες τρέχουσες θεολογικές προκλήσεις (όπως λ.χ. την ερμηνευτική, τον ρόλο των γυναικών στην Εκκλησία κ.ά).
Η Ingeborg Gabriel, (Καθηγήτρια Κοινωνικής Ηθικής στην Καθολική θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης-Αυστρία) επεσήμανε καταρχήν την σπουδαιότητα του συνεδρίου. Διατύπωσε την γνώμη ότι ο Απόστολος Παύλος υπήρξε ο πρώτος συναφειακός θεολόγος, σημειώνοντας ότι οι θεολογίες των Πατέρων και των Σχολαστικών υπήρξαν επίσης συναφειακές. Σχολιάζοντας την θεματική του συνεδρίου, αναφέρθηκε σε παρόμοιες συζητήσεις και ρεύματα στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη διάρκεια του περασμένου αιώνα (λ.χ. την περίπτωση της nouvelle theologie), που επιθυμούσαν να ωφεληθούν από τον θησαυρό της παράδοσης προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Παρά τις ομολογιακές διαφορές, φαίνεται ότι υπάρχει κοινό έδαφος και πολλά κοινά προβλήματα και αυτά είναι ανάγκη να αντιμετωπιστούν σε οικουμενική προοπτική. Επίσης η ομιλήτρια υπογράμμισε υπάρχει την αναγκαιότητα για νέες θεολογικές συμβολές, μεταξύ άλλων, πάνω σε θέματα οικονομίας, τεχνολογίας ή και κοινωνικών θεμάτων. Στο σημείο αυτό η Καθηγήτρια Gabriel αναφέρθηκε στις κοινές οικουμενικές πρωτοβουλίες στην Αυστρία σε σχέση με την κοινωνική δράση και τόνισε ιδιαίτερα στον ρόλο του αείμνηστου Μητροπολίτη Μιχαήλ Στάικου (Οικουμενικό Πατριαρχείο) στην προοπτική αυτή. Τέλος επεσήμανε ότι κάθε θεολογία είναι συναφειακή, υποστηρίζοντας ότι η πρόκληση είναι ακριβώς αυτή, δηλαδή να είναι είτε ενεργητικά είτε παθητικά (έστω) συναφειακή.

Ο Graham Ward, (Καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης-Μεγάλη Βρετανία, ιερέας της Εκκλησίας της Αγγλίας), αναφέρθηκε στην τρέχουσα κρίση στους κόλπους του Αγγλικανισμού, σε σχέση με την χειροτονία των γυναικών, ή την στάση έναντι των ομοφυλόφιλων ζευγαριών κλπ. Αναφέρθηκε επίσης σε σημαντικές πολιτισμικές αλλαγές που καθρεπτίζονται στην ευρεία χρήση όρων, όπως η μετα-εκκοσμίκευση, ή η απο–εκκοσμίκευση, στην κριτική της εκκοσμίκευσης ως μια μορφή καταπιεστικής ιδεολογίας, ή στην επανεκτίμηση της σημασίας του μυστηριακού και πνευματικού πεδίου. Ο Καθηγητής Ward άσκησε κριτική στις θεολογικές προσεγγίσεις που βασίζονται σε μια ουσιοκρατική μεταφυσική και τόνισε την σημασία του οικουμενισμού αναφορικά με τη συζήτηση για τη συναφειακότητα, επισημαίνοντας ότι οι Ορθόδοξοι δεν πρέπει να αισθάνονται μόνοι στις θεολογικές προσπάθειές τους ή στον προβληματισμό τους για τη σχέση ανάμεσα στην εκκλησιολογία, την εθνικότητα και την διεθνικότητα. Σύμφωνα με τον ομιλητή, είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίζει κάποιος ότι οι χριστιανοί δεν έχουν ανάγκη να υιοθετούν πλέον μια στάση απολογητική κι ότι οφείλουν να σταματήσουν να φοβούνται την αμφισβήτηση.

Στο τέλος του συνεδρίου, ο Καθηγητής Radu Preda και ο Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης ευχαρίστησαν εκ μέρους των διοργανωτών τους συμμετέχοντες, το προσωπικό και τους χορηγούς για την πολύ σημαντική συμβολή τους στην επιτυχή διεξαγωγή και ολοκλήρωση του Συνεδρίου.

Την Κυριακή,  26 Μαίου, οι σύνεδροι έλαβαν μέρος στη θεία Λειτουργία που τελέστηκε στον Ορθόδοξο Καθεδρικό Ναό του Cluj, που είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Επίσης, συμμετείχαν και στον Εσπερινό που τελέστηκε την ίδια μέρα, χοροστατούντος του Μητροπολίτη Cluj Ανδρέα, ο οποίος και προσέφερε δείπνο στους συνέδρους, ευχαριστώντας τους για τη σημαντική συμβολή τους στο Συνέδριο, του οποίου η θεματική έχει εξαιρετική σπουδαιότητα.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το Συνέδριο μεταδόθηκε ζωντανά από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό “Radio Renasterea” της Ορθόδοξης Μητροπόλεως του Cluj, ενώ για την πραγματοποίησή του σημαντική υπήρξε η ευγενική χορηγία της Γραμματείας Θρησκευμάτων της Ρουμανικής Κυβέρνησης, του Περιφερειακού Συμβουλίου της πόλης του Cluj, του Δημάρχου και του Δημοτικού Συμβουλίου της Cluj-Napoca, της Τράπεζας Banca Transilvania, του Προγράμματος για την οικουμενική θεολογική εκπαίδευση του Π.Σ.Ε. (ETE/WCC) και των εταιριών Skoda Compexit, Fany και Daisler Print House. (Πηγή: Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών του Βόλου )

Σα να ήταν η πρώτη φορά

Στην είσοδο μας υποδέχθηκε ο ίδιος. Καλωσόρισμα στον χώρο Α της Πειραιώς 260. Η αγαπημένη μου φίλη πάντα παραπονιέται για τις συνθήκες και το άβολο που νιώθει όταν έρχεται εδώ, στο Φεστιβάλ της πόλης. Τώρα, μόλις είδε τον ίδιο τον Παπαϊωάννου να της χαμογελάει, ηρεμεί. Μετά από χρόνια απουσίας του ιδρυτή της Ομάδας Εδάφους από τη σκηνή τώρα θέλει να δει το κοινό του έναν προς έναν και μία προς μία σε απόσταση αναπνοής. Προτού λάβει θέση για να αρχίσει η παράσταση. Ο ίδιος ντυμένος σαν ανθρωπάκι του Γαΐτη. Ένας Έλληνας μπεκετικός.  Δεν θέλησα να διαβάσω τίποτα, δεν ήθελα να επηρεαστώ από κάπου, προτού ζεστάνω τα πλήκτρα με τις λέξεις που σχηματίζω στην οθόνη.

Βλέπω μπροστά μου μία μακρόστενη πλατφόρμα γύρω στο μέτρο ύψος, ένα ταμπλώ ξύλινο. Και ένα μαύρο. Ένας σκουπιδοτενεκές, ένα μικρόφωνο κι ένα λάστιχο ποτίσματος. Και δύο σώματα. Ένα ολόγυμνο και ένα κουστουμαρισμένο. Και γύρω μου ανθρώπους να περιμένουν ανυπόμονα, ξεγελώντας τη ζέστη του χώρου με βεντάλιες σουβενίρ του Φεστιβάλ από το 2010 που προσφέρουν οι ταξιθέτριες.

Αρχίζει η παράσταση. Ο αέρας πλήττεται από τα σώματα που αρχίζουν να ιδρώνουν κινούμενα στον χώρο. Εν αρχή, μία απλή ρυθμική κίνηση. Ένας άνδρας ρίχνει στο πάτωμα καφετιά κομμάτια. Είναι πηλός, προζυμάκια ή κάτι άλλο; Επάνω σε αυτά ορίζει τη διαδρομή του. Είναι ο καλλιτέχνης και σε λίγο θα δούμε το έργο του.

Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου με τον Tadeu Liesenfeld στην «Πρώτη ύλη». Το μοντέλο πλαισιώνεται από τον δημιουργό του αλλά στο πλαίσιο εγγράφονται και οι δύο. Δεν υπάρχει κανείς χωρίς τον άλλο. Πηγή: Φεστιβάλ Αθηνών

Το γυμνό είναι ωραίο

Συγκεκριμένα, το ανδρικό γυμνό μπορεί να είναι εξαιρετικά ωραίο. Ο Παπαϊωάννου επιμένει στη θέαση του γυμνού σώματος. Και η επιμονή αυτή προκαλεί αμηχανία σε όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τις παραστάσεις του.

Η προτεραιότητα που έχει δοθεί στη θέα του γυναικείου σώματος και στη κλασική υπερεκτίμηση της εξωτερικής εμφάνισης των γυναικών (σε βάρος της εσωτερικότητας τους), νομίζω ότι μας εμποδίζει να χαρούμε το ανδρικό γυμνό. Είναι ευκολότερο να θεωρηθεί ότι κάποιος έχει τους δικούς του λόγους να απολαμβάνει την εικόνα του αρσενικού σώματος. Δηλαδή ότι έλκεται ερωτικά από ένα ανδρικό σώμα, εάν είναι άνδρας. Εκτιμήσεις που περιστρέφονται γύρω από την ιδέα του σώματος ως ερωτικού αντικειμένου. Και μόνο. Μια αναπηρία που εάν την προεκτείνουμε στην ιστορία της τέχνης και του πολιτισμού, τότε καθένας που κουβαλάει μια τέτοια αντίληψη θα έχει σίγουρα μεγάλη δυσκολία με τα αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά γλυπτά. Ας μην ξεχνάμε τα φύλλα συκής που δέχθηκαν αναγεννησιακά αγάλματα. Και μια τέτοια αντίληψη τη φέρουν κυρίως άνδρες μη καλλιτέχνες. Και θα έλεγα άνδρες που έχουν ακόμη σε εκκρεμότητα θέματα με τον ερωτισμό τους. Μέχρι τον 19ο αιώνα το ανδρικό κορμί ήταν κυρίαρχο και άνετα μπορούσε να μεταμορφωθεί από τον εικαστικό καλλιτέχνη σε γυναικείο με ορισμένες τροποποιήσεις στο μοντέλο που πόζαρε. Από τον 19ο αιώνα και μετά το γυναικείο σώμα αποκτά πρωτοκαθεδρία, εκτοπίζοντας το ανδρικό.

Και σήμερα; Σήμερα δεν ζούμε στην εποχή του ενός ιδανικού. Όμορφο μπορεί να είναι και το ανδρικό και το γυναικείο κορμί. Το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Όμως, είναι παράλογο να λέμε ότι αυτός που αξιοποιεί επί σκηνής ένα ανδρικό κορμί το κάνει επειδή είναι gay, όσο θα ήταν παράξενο να λέμε κοίτα: αυτός έγδυσε τη χορεύτρια επί σκηνής επειδή είναι ετερό. Πάντα θα θυμάμαι τους Έρωτες που είδα σε τοιχογραφίες στην Πομπηία πόση χαρά μετέδιδαν. Το ίδιο και τα γυμνά αγγελάκια στις θόλους των ναών της Ρώμης. Ο έφηβος των Αντικυθήρων στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας: εκφράζει μια ιλαρότητα και δεν εξαντλείται στον αισθησιασμό. Η ενοχική στάση προς το σώμα στέκεται στη σεξουαλικότητα και δεν αναγνωρίζει στην εμφάνιση του γυμνού μια οσιότητα. Μία δηλαδή πραγματικότητα που δεν εξαντλείται στην υλική χρήση του σώματος και τη φιληδονία, δεν σχετίζεται με την αιδώ και επεκτείνεται στην έννοια του κάλλους.

Όλα αυτά δεν τα λέω τυχαία. Η παράσταση του Δημήτρη Παπαϊωάννου είναι μια μελέτη επάνω στο γυμνό, όπως δημιουργείται αγνό και άσπιλο μέσα από τα χέρια του καλλιτέχνη δημιουργού. Ένα γυμνό που δεν είναι άσεμνο. Ή είναι άσεμνο όσο υπήρξαν τα μοντέλα του Πραξιτέλη ή του Μιχαήλ  Άγγελου.

Ο Tadeu Liesenfeld (έχει συνεργαστεί με τον Παπαϊωάννου στο Πουθενά το 2009 και στο Μέσα 2011) εμφανίζεται ολόγυμνος στην παράσταση. Μοιάζει σα μορφή που κατέβηκε για χάρι μας από τον γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα. Ίσως από τη νότια μετόπη με την Κενταυρομαχία. Ίσως πάλι να ήταν ο ποταμός Κηφισός από το δυτικό αέτωμα. Eίναι ένα πλάσμα που υπάρχει χάρις στον δημιουργό του. Έχει πάψει να είναι αγόρι. Είναι άνδρας. Ο δημιουργός καλλιτέχνης θα το μελετήσει, θα το παρατηρήσει, θα το βασανίσει, θα το περιθάλψει, θα το υποστηρίξει. Και το δημιούργημα θα ανταποκριθεί. Ο καλλιτέχνης αποκτά νόημα από το έργο του.

Πριν το τέλος το πλάσμα δέχεται επάνω του την ευλογία του νερού. Μια σκηνή που μου θύμισε τα παιδικά μου καλοκαίρια: σε μια αυλή να βρέχομαι με το λάστιχο με άλλα παιδάκια, να γελάμε δροσίζοντας το δέρμα μας από την κάψα. Χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις. Χωρίς ενοχή. Κάτι παρόμοιο βλέπω τώρα εδώ.

Ποιόν αφορά τελικά αυτό;

«Δεν ξέρω τί είναι αυτό που βλέπω». Αυτό ίσως μπορεί να ερμηνεύσει τη δήλωση: «Δεν με αφορά αυτό που βλέπω». Νομίζω προκαλεί περισσότερο άγχος η αρρενωπότητα του χορευτή, όταν κανείς θα περίμενε στη θέση της αρρενωπότητας χάρη και πλαδαρότητα, λύγισμα της μέσης και πόζα ενός σώματος που επαμφοτερίζει κλίνοντας προς μια θηλυπρέπεια. Θυμάμαι τις ανδρικές φιγούρες του κλασικού χορού λες και ήταν μέλη ενός θηλυκού σύμπαντος με την εκλέπτυνση στην κίνηση και την προβολή της χάρης, να λειτουργούν ως αναβατόρια για τις χορεύτριες. Άργησε πολύ να προβληθεί το ανδρικό σώμα να είναι ισότιμο με το γυναικείο επί σκηνής.

Εδώ στη παράσταση του Παπαϊωάννου έχουμε δύο και μόνο ανδρικά σώματα. Μήπως όμως δεν είναι ακριβώς δύο; Και μήπως δεν είναι δύο άνδρες αλλά κάτι άλλο; Μου έρχεται στο νου αστραπιαία η πρώτη διήγηση της Γένεσης που δεν μιλάει για δημιουργία άνδρα και γυναίκας, αλλά αφηγείται τη δημιουργία του ανθρώπου. Αδάμ δεν σημαίνει άνδρας. Σημαίνει χωματένιος. Στα μάτια μου το ο Βραζιλιάνος χορευτής με τις αναλογίες και το κάλλος αρχαίου άνδρα εκπροσωπούσε κάτι παραπάνω από το φύλο που βλέπαμε. Ή καλύτερα, το φύλο που δηλωνόταν στην εμφάνισή του ήταν παραπλανητικό.

Από τους πολλούς ερμηνευτές του Μέσα (ήταν 30), φθάσαμε μόνο στους 2. Ο Παπαϊωάννου ερευνά το σώμα χωρίς παραπανίσια υλικά παρά μόνο αυτό το ίδιο το σώμα. Αυτή είναι η πρώτη ύλη: ό,τι ορίζει την παρουσία του ανθρώπου στον κόσμο. Την ύπαρξη. Μέσα από τα προζυμάκια θα πλάσει το δημιούργημά του, θα υπερηφανευθεί για αυτό. Αυτοσαρκαζόμενος, όσο ποτέ άλλοτε θα δείξει τα όρια του δικού του σώματος, παραμορφώνοντας τα μέλη του, σε στάσεις που παραπέμπουν σε freak show και σε θεάματα τσίρκου. Συνθέτει επιλέγοντας τις κινήσεις που δημιουργούνται από τη συνάντηση των δύο σωμάτων για να οπτικοποιήσει την εσωτερική ζωή του. Τις ιδέες του και τις μανίες του ως καλλιτέχνη. Η Πρώτη ύλη θεωρώ ότι είναι η πιο αυτοβιογραφική εργασία του Παπαϊωάννου γιατί μας δείχνει το ατελιέ του καλλιτέχνη που παλεύει με τα υλικά του. Πλάθει εικόνες για τη σχέση του με τον χορό, με το βασικό του εργαλείο, το σώμα του χορευτή, με την εξουσία που ασκεί ή την επίδραση που δέχεται από τον άλλο, τη θέση του σώματος στον χώρο, τη φρεναπάτη και τη μαγεία που μπορεί να δημιουργήσει όταν ανέβει στη σκηνή. Ο δημιουργός και το πλάσμα του. Ο κονφερασιέ και το νούμερό του. Η εσωτερική ζωή του performer, η αγωνία της εικονοποιΐας με ήχους που ακούγονται μερικές φορές άναρθροι για να γίνουν κινήσεις εύγλωττες, σωματικές λέξεις έλλογοι.

Ελλάδα ανάπηρη

Από την άλλη, αυτό που βλέπω, σκέπτομαι ότι είναι ένας στοχασμός επάνω στο τί σημαίνει Ελλάδα του σήμερα. Με τις συχνές αναφορές του στην αρχαία γλυπτική σχηματίζει μορφές αγαλμάτων που έχει θαυμάσει η ανθρωπότητα, έρχεται και τα προσκυνάει από τα πέρατα του κόσμου στα μουσεία μας ή ἐρχεται να προσκυνήσει στα μνημεία μας. Ο Παπαϊωάννου ειρωνευόμενος την αρχαιολατρία μάς επανατοποθετεί ενώπιον αυτών των μορφών, μπροστά σε μια Ελλάδα κοινωνικά ακρωτηριασμένη που έχει ανάγκη να σταθεί στα πόδια της και να περπατήσει ξανά. Νά, πώς αποκτά τώρα νόημα η σκηνή που μου θύμιζε φωτογραφίες της Αλβανίας με τους υποβασταζόμενους ανάπηρους. Στο συγκλονιστικό φινάλε της παράστασης το άγαλμα δεν μπορεί να σταθεί σε κανένα πόδι. Είναι ένας κορμός χωρίς άκρα. Κάποιος πρέπει να δώσει τη λύση. Και δίνεται.

Η ιδέα του καλλιτέχνη που δημιουργεί φαίνεται και από τη διαχείριση του φωτισμού. Στην παράσταση δεν υπάρχει κάποιος μηχανικός στα φώτα ή φροντιστής. Όλα τα χειρίζεται επί σκηνής με δυο τρεις διακόπτες ο δημιουργός. Πλαισιώνει το έργο του, το φωτίζει και ιδού: θαυμάστε με. Οι ήχοι είναι κυρίως φυσικοί, παραγόμενοι επί σκηνής και σε ορισμένα σημεία ένα τζιτζίκι, ένα ταξίμι (του Γιάννη Παπαϊάννου), το σύρσιμο ενός αντικειμένου ή το ίδιο το νερό που καταβρέχει δίνουν το σάουντρακ της παράστασης. Ναί, μπορείς να πεις ότι η τέχνη δεν έχει ανάγκη από πολλά λεφτά. Η πενία δεν είναι αντίπαλός της. Δεν χρειάζεται σκηνικά, δεν έχει ανάγκη πολυτελή κοστούμια, περούκες και φτερά, δεν θέλει πολύπλοκα φώτα, μηχανισμούς και τραμπουκέτα. Κάτι άλλο χρειάζεται για να είσαι ποιητής. Και κάτι άλλο χρειάζεται για να σταθεί η Ελλάδα στα ποδάρια της. Πέρα από το χρήμα και τα μνημόνια. Η αλήθεια βρίσκεται κάπου αλλού. Όχι πολύ μακριά μας.

Ο Παπαϊωάννου μας κάνει συμμέτοχους στο τί σημαίνει ομορφιά. Σχολιάζει ειρωνικά τον εαυτό του τη δική του προσωπική πορεία, μας αφήνει ελεύθερους να φαντασιωθοῦμε και σε κάθε σκηνή αισθάνεσαι να να είναι η πρώτη φορά που βλέπεις τη ζωή να ξετυλίγεται μπροστά σου…

Ταυτότητα παράστασης

Δημιουργία: Δημήτρης Παπαϊωάννου

Με τους Tadeu Liesenfeld και Δημήτρη Παπαϊωάννου

Ηχητικός σχεδιασμός: Κώστας Μιχόπουλος

Βοηθοί σκηνοθέτη: Τίνα Παπανικολάου και Παυλίνα Ανδριοπούλου – Ντίνος Νικολάου

Πότε ο θεός πεθαίνει;

Με την παρουσία του οικουμενικού πατριάρχη και του αρχιεπισκόπου Αθηνών, πολλούς ιεράρχες και πλήθος κόσμου παρουσιάστηκε στο Βυζαντινό Μουσείο, την περασμένη Παρασκευή, το βιβλίο του Αλέξανδρου Κατσιάρα Όταν ο Θεός πεθαίνει (α´ έκδ. Δόμος, Αθήνα 2003, β´ έκδοση Αρμός, Αθήνα 2008).

Το πίνεις σα νεράκι

Την εκδήλωση άνοιξε η Μάρω Βαμβουνάκη, το πνεύμα «αντιλογίας» του βιβλίου, το οποίο δημιουργικά κατεύθυνε τον θεολόγο Αλέξανδρο Κατσιάρα να φωτίσει δρόμους δύσβατους, μονοπάτια επικίνδυνα που συχνά οδηγούν σε απότομους γκρεμούς, δηλαδή σε πτώσεις ή σε περιχαρακώσεις ναρκισσιστικές.

Συγχωρείστε μου την υπερβολή που δείχνει ο λόγος μου, αλλά η θεολογία στους καιρούς μας ακούγεται σαν ένα απολίθωμα ή για να μην είμαι τόσο αφοριστικός, σαν κάτι που αφορά μια ομάδα επαγγελματιών ή τέλος πάντων τους παπάδες. Ευτυχώς, ο Κατσιάρας δεν απολογείται για κάτι. Αφήνοντας φοβίες και σύνδρομα, διχασμούς και εχθρότητες, δεν κοιτάει πίσω για να μιλήσει για δόξες και καυχήματα μιας παράδοσης που δεν έχει αντίκρυσμα σήμερα. Με το βλέμμα στο μέλλον μιλάει για το παρόν και για τα πάντα, αποφεύγοντας τον πειρασμό του ηθικισμού, δηλαδή συνταγές μαζικής σωτηρίας που αγνοούν τι σημαίνει προσωπική πρόσκληση  και ήθος που πηγάζει από μια σχέση προσώπων.

Η Βαμβουνάκη τοποθέτησε τον εαυτό της στη θέση εκείνου που έχει μείνει ακατήχητος, παρόλο που τυπικά θεωρείται χριστιανή. Μαγνητοφώνησε τις συνομιλίες τους και ιδού το αποτέλεσμα: ένας τόμος ο οποίος στην πρώτη έκδοση πλησίασε σχεδόν τις 700 σελίδες, ωστόσο στο περιεχόμενό του το πίνεις σα νεράκι. Φτάνει να είσαι διψασμένος, δηλαδή να αναζητάς ακόμη πίσω από τα αυτονόητα και τις καταφυγές του μυαλού, τις παγίδες που φτιάχνουμε για να αιχμαλωτιστούμε σε βεβαιότητες που δεν πονάνε.

Τί μας κάνει να σκεφτούμε η ανάγνωση του βιβλίου;

Παρά την αμφισβήτηση του θρησκευτικού κατεστημένου, η εικόνα του πονεμένου Ιησού ως σύμβολο εμπνέει και είναι ένα θέμα πολύ αγαπητό σε τατουάζ στις μέρες μας.

Ο τίτλος εύγλωττος, αν και δημιουργεί ερωτηματικά για τον θάνατο του θεού. Ο Άγγελος Καλογερόπουλος στη δική του κατάθεση βασίστηκε επάνω στον τίτλο για να θυμηθεί τον Νίτσε, αλλά και την αναγγελία για τον θάνατο του Χριστού. Ο Θεός πρόλαβε τον Νίτσε, θα πει. Για να συνεχίσει: Ναί, ο χριστιανισμός μιλάει για έναν θεό, ο οποίος δια του υιού πεθαίνει, ως άνθρωπος, για να αναστηθεί, ως θεός. «Πρόκειται για ένα βιβλίο κατήχησης για μυημένους και αμύητους» θα υπογραμμίσει ο Καλογερόπουλος, στο οποίο ο Κατσιάρας επέλεξε μια γλώσσα βιωματική παρά εμπλουτισμένη με αφηρημένες έννοιες, «σημερινή και χωρίς εκπτώσεις στη θεολογική ακρίβεια».

Προσθέτω: εφόσον ο θεός και η ηθική που επαγγέλονται οι «εκπρόσωποί του» είναι κατασκευές, ναι ο θεός θα πεθάνει και μαζί κάθε κτιστή εικόνα που δημιουργείται για ένα επίγειο παιχνίδι. Και αναφέρομαι  στην ταύτιση της εκκλησίας με ιστορικές δομές, με σχήματα και καθεστώτα του κόσμου τούτου, με ηθικές και κατεστημένα που δεν έχουν καμιά σχέση με το κήρυγμα της αγάπης, μιας αγάπης που δεν είναι μεροληπτική αλλά αγκαλιάζει τον εχθρό.

Στη συνέχεια, ο σοφός λόγος του σεβασμιωτάτου μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, έθεσε την ουσία του προβλήματος σε σχέση με το τι είναι η εκκλησία και ποιος είναι ο ρόλος της στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα. Ποια είναι η ταυτότητα της εκκλησίας; «Πάντως δεν είναι ρυθμιστής της ηθικής και της εθνικής ζωής των κοινωνιών», θα τονίσει ο σεβασμιώτατος Ιωάννης.

Πληκτρολογώ όσα άκουσα από τον Ιωάννη Ζηζιούλα: «Η εκκλησία υπάρχει για να δείχνει με τον ίδιο τον τρόπο της ύπαρξής της με την ευχαριστιακή δομή της, που αντανακλά και τη διδασκαλία της, προς έναν τρόπο υπάρξεως που μεταβάλλει τον άνθρωπο από άτομο σε πρόσωπο, δηλαδή σε μια μοναδική ταυτότητα που πηγάζει από τη σχέση του με τους άλλους, που τον κάνει ον ευχαριστιακό, ελεύθερο και αγαπητικό, που βιώνει την ιστορική του ύπαρξη ως άσκηση στην ελευθερία και στην αγάπη. Με τον τρόπο αυτό η εκκλησία γίνεται εικόνα της βασιλείας του θεού, μιας βασιλείας που δεν ταυτίζεται με την ιστορία αλλά που παρά ταύτα ενσαρκώνει και νοηματίζει την ιστορία. Έτσι η ταυτότητα της εκκλησίας, με τα λόγια του Νικολάου Καβάσιλα, «σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις», δηλαδή στη Θεία Ευχαριστία. Και αυτό σε κάθε εποχή και σε κάθε πολιτιτιστικό περίγυρο είναι δυνατόν και είναι το μόνο που διασώζει σταθερά διά μέσου της ιστορίας την ταυτότητα της εκκλησίας».

Συνομιλία με τον σύγχρονο κόσμο

Τη βραδιά έκλεισε ο μακαριώτατος πατριάρχης μας κ. Βαρθολομαίος. Σχολίασε ιδιαίτερα τον διαλογικό του χαρακτήρα, ως προς τη μορφή, έναν τρόπο συνομιλίας με τον σύγχρονο κόσμο. Ειδικότερα για το περιεχόμενο: Επισήμανε ότι «η εκκλησία υπάρχει όχι για να διαιρεί τους ανθρώπους  σε ομάδες αυτοδικαιουμένων αλλά να ενώνει τα διεστώτα, να μαρτυρεί έναν κόσμο μεταμορφωμένο». Τόνισε ακόμη πως «το βιβλίο εμφανίζει την εκκλησία και τη διδασκαλία της απαλλαγμένη από πολλές προκαταλήψεις… » για να καταλήξει «η προσφορά του βιβλίου στη μαρτυρία της εκκλησίας σήμερα είναι αξία αναγνωρίσεως.»

Ο χώρος του βυζαντινού μουσείου αν και εξαιρετικός ως περιβάλλον με τις καλοσυντηρημένες εικόνες να συντροφεύουν τους επισκέπτες αποδείχτηκε ασφυκτικός λόγω της μεγάλης προσέλευσης.

Ακόμη, ο κόσμος έδειχνε τρομερά την ανάγκη να χαιρετίσει πατριάρχη και αρχιεπίσκοπο, αλλά αυτό έγινε κατορθωτό μόνο από όσους ήταν στο διάδρομο της αίθουσας, από όπου πέρασαν οι καλεσμένοι. Ίσως χρειαζόταν μια φροντίδα για αυτό, κάτι δηλαδή σαν μια μικρή δεξίωση ώστε να συναντήσουν μακαριώτατο και παναγιώτατο όσοι δεν έχουν εύκολα την ευκαιρία να το κάνουν.

Συμπερασματικά θα έλεγα ότι είναι ένα βιβλίο που μας πάει μπροστά προτάσσοντας διαρκώς την έννοια και τη σημασία της σχέσης ως κλειδί για την ουσία της εκκλησίας και της θέσης της στον κόσμο σήμερα. Διαθέτει κριτική ματιά, συχνά είναι «ενοχλητικό» γιατί συζητάει ανοιχτά θέματα της ιστορικής εκκλησίας, εμπλοκές και διαπλοκές με συμφέροντα, χωρίς να θέλει να χαϊδέψει τα αυτιά κανενός.

Ίσως για αυτό αποκτά ξεχωριστό νόημα και η αφιέρωση του βιβλίου στον οικουμενικό πατριάρχη, πρόσωπο που ενσαρκώνει στις μέρες την εκκλησία που είναι υπερτοπική και υπερφυλετική, επομένως δεν ταυτίζεται μέ έναν εκλεκτό λαό αλλά με μια πραγματικότητα που αγκαλιάζει την οικουμένη, δεν κάνει διακρίσεις. Είναι το έλεος που έρχεται από το μέλλον για να δώσει νόημα στο παρόν.

Η Εκκλησία της Σουηδίας ευλογεί τους γάμους ομοφύλων

Με ψήφους 176 σε σύνολο 249 η Σύνοδος της Λουθηρανικής Εκκλησίας της Σουηδίας λέει το ναι από εχτές, 22 Οκτωβρίου, σε γάμους ομοφύλων ζευγαριών. Ενδιαφέρον είναι ότι η απόφαση αυτή έρχεται σχεδόν (;) συμπτωματικά μόλις κλείνουν τριάντα χρόνια από τον αποχαρακτηρισμό της ομοφυλοφιλίας ως ασθένειας στη σκανδιναβική χώρα.

Ουσιαστικά η σουηδική Εκκλησία ακολουθεί τον νόμο που ισχύει από την 1η Μαΐου 2009 που αναγνωρίζει τον γάμο μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου, και άφηνε στα ζευγάρια τη δυνατότητα να κάνουν πολιτικό γάμο ή να τελούν θρησκευτικό γάμο. H Σουηδία έρχεται πέμπτη στην Ευρώπη στη νομοθεσία για τον γάμο ομοφύλων. Προηγήθηκαν: Ολλανδία (2000), Βέλγιο (2003), Ισπανία (2005), Νορβηγία (2008). Ωστόσο είναι από τις πρώτες χώρες που δέχτηκαν δικαιώματα στη συμβίωση ομοφύλων (μέσα 1990) καθώς και την υιοθεσία παιδιών (2002).

Στη λογική της κατανόησης των νέων κοινωνικών συνθηκών που αφορούν τον γάμο συστήθηκε μια εκκλησιαστική επιτροπή η οποία διατύπωσε προτάσεις για να συζητηθούν στις συναντήσεις της Γενικής Συνόδου, 22-25 Σεπτεμβρίου και 20-23 Οκτωβρίου. Αποτέλεσμα: υπάρχουν βάσιμοι θεολογικοί λόγοι να αποδεχτεί η Εκκλησία της Σουηδίας τους γάμους ομοφύλων.

Η απόφαση κλείνει έναν κύκλο συναντήσεων, μελετών, συζητήσεων και ζυμώσεων που ξεκίνησαν στους κόλπους της σουηδικής Εκκλησίας από το 1972. Βασικό κέντρο αναφοράς η έννοια της συμβίωσης και της συγκατοίκησης που έχει αποκτήσει τα τελευταία τριάντα χρόνια σημασία παρόμοια με αυτή του γάμου και η παραδοχή ότι οι σχέσεις των ομοφύλων δεν είναι περιστασιακές αλλά μπορεί να είναι σταθερές και μακροχρόνιες. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τις σχέσεις ετεροφύλων. Μία βεβαιότητα που έρχεται σε αντίθεση με το στερεότυπο του gay που είναι μανιασμένος με το σεξ ένα ον, που εάν δεν είναι γραφικό είναι υποταγμένο στη σωματική φιληδονία. Παράλληλα έγινε επεξεργασία στατιστικών στοιχείων για γάμους, διαζύγια, και διαβίωση παιδιών σε μονογονεϊκές οικογένειες, στοιχεία που οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι αυτό που λέμε σήμερα συμβίωση έχει πολλές και διαφορετικές μορφές και όταν υπάρχει πρόθεση γάμου σημαίνει μια συνειδητή μακρόχρονη δέσμευση.

Ένα ακόμη συμπέρασμα της ειδικής επιτροπής είναι ότι τα βιβλικά χωρία που έχουν χρησιμοποιηθεί εναντίον της ομόφυλης συμβίωσης δεν συνιστούν μια βάση για την απόρριψη ομόφυλων προσωπικών σχέσεων. Το κριτήριο είναι το ευαγγελικό μήνυμα της αγάπης που μπορεί να χαρακτηρίζει τις ομόφυλες σχέσεις. Συνακόλουθο όλων αυτών των θέσεων ότι δεν αποκλείεται και η χειροτονία σε κάποιον που βρίσκεται μέσα σε μια ομόφυλη σχέση.

Σε μια αναδρομή για τις θέσεις της Βίβλου προς τον γάμο σημειώνεται πως ο Ιησούς ζούσε μόνος, χωρίς βιολογικά παιδιά, και δεν θεωρήθηκε ότι υπολειπόταν σε σχέση με τους εγγάμους της εποχής του. Επιπλέον τα βιβλικά εδάφια θα πρέπει να εξετάζονται με την επίγνωση των διαφορών που έχουν με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Πέρα από το διαχρονικό μήνυμα υπάρχουν χωρία που αναφέρονται στην εποχή που γράφτηκαν και δεν μπορούν να ισχύουν σε όλα τα περιβάλλοντα. Έτσι δεν μπορούν να δώσουν απάντηση για τον γάμο ομοφύλων εδάφια από τη Βίβλο που αφορούν ένα άλλο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο. Το τελικό ερώτημα που είχε να απαντήσει η Εκκλησία της Σουηδίας ήταν εάν ωφελούσε ή έβλαπτε η ευλογία του γάμου σχέσεων ομοφύλων.

To σημαντικό στην απόφαση αυτή είναι η αποενοχοποίηση της ομοφυλόφιλης επιθυμίας σε θεολογικά συμφραζόμενα και η αναγνώριση ενός γεγονότος πραγματικού: οι ανθρώπινες σχέσεις μπορεί να διαφοροποιούνται όσον αφορά το φύλο, αλλά οι ανάγκες των ζευγαριών παραμένουν οι ίδιες. Τα συμπεράσματα της Επιτροπής βασίζονται σε θεολογικές εκτιμήσεις που επιτρέπουν την ευλογία των ομόφυλων ζευγαριών και σίγουρα θα προκαλέσουν συζητήσεις στις άλλες ευρωπαϊκές Εκκλησίες. Ήδη διαβάζω για την απογοήτευση των Καθολικών και Ορθοδόξων στη Σουηδία για τη συνοδική απόφαση των Λουθηρανών.

Αναμφίβολα, πέρα από απαγορεύσεις και εντολές οι οποίες δεν τηρούνται στο πέρασμα των χρόνων (βλ. διαζύγιο), στη Βίβλο η μεγαλύτερη εντολή είναι η αγάπη. Επομένως και εδάφια που μιλούν για τη συμπληρωματικότητα (Ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον) που προσφέρεται σε μια σχέση άντρα και γυναίκας μπορεί να ιδωθούν ότι σχετίζονται με τις ομόφυλες προσωπικές σχέσεις αφού και εκεί αυτό που προέχει είναι η άρση της ατομικότητας μέσα από την προσφερόμενη αμοιβαιότητα.

Πολλοί διαβάζοντας αυτές τις γραμμές θα σπεύσουν να χαρακτηρίσουν τους Λουθηρανούς ως αιρετικούς ή απλά ότι εκκοσμικεύουν το ευαγγέλιο και το φέρνουν στα μέτρα των ημερών. Εγώ βλέπω μια πολύ σοβαρή αντιμετώπιση σε θέματα που είναι άμεσα, ζωντανά, αγγίζουν πολύ μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας μας και πολύ απλά στον τόπο μας είτε δεν συζητούνται στις πραγματικές τους διαστάσεις είτε αναζητούνται πατερικές ερμηνείες ή αλληγορικές εξηγήσεις που πολώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις στιγματίζοντας συμπεριφορές που διαφοροποιούνται από κανονικότητες ετερόφυλων δεσμών.

Το μεγάλο μάθημα των Λουθηρανών, που κατέχουν πολύ καλά τη βιβλική επιστήμη και θεολογία, είναι ότι μέσα από μια θεολογία του γάμου αναδεικνύεται ένας ευρύς χώρος για όλους στη μεγάλη θεανθρώπινη κοινότητα της Εκκλησίας. Δείχνουν έναν δρόμο συμφιλίωσης με το παρόν που πολύ δύσκολα μπορεί να ακολουθήσει μια ορθόδοξη Εκκλησία σε θεσμικό συνοδικό επίπεδο.

Κατά τα άλλα είναι αυτονόητο πως οι διακρίσεις των σχέσεων σε κανονικές ή μη, σε φυσικές ή παρά φύσιν, είναι ανθρώπινες κατασκευές που παλιά αποσκοπούσαν στον έλεγχο της σεξουαλικότητας, που δεν εξυπηρετούν πλέον τις κοινωνίες, παρά την αγωνία και τις εμμονές όσων επικίνδυνων προκαλούν δυστυχία σκορπίζοντας φοβίες και μίσος, επιμένοντας πεισματικά να θεωρούν εαυτούς ρυθμιστές της ζωής των άλλων ή μεσσίες που θα σώσουν το γένος από την καταστροφή.