Tag Archives: εκκλησία

Για μια στέγη αστέγων

Στην Πάρο, διαβάζουμε, ανήμερα της Παναγίας, με οικοδεσπότη τον υπουργό εσωτερικών, συνομιλεί ο αρχιεπίσκοπος με τον πρωθυπουργό για θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Για πρωτοβουλίες που αφορούν το κοινωνικό έργο. Τους βλέπουμε και σε φωτογραφία να κουβεντιάζουν αντικρυστά σε ένα τραπέζι. Είναι μία είδηση που προσφέρεται για κατανάλωση από τα μέσα. Άραγε μπορεί να είναι κάτι περισσότερο;

Ο αρχιεπίσκοπος

Περιπλανώμενη φτώχεια

Η Αθήνα μοιάζει με μία μεσαιωνική πόλη που ο καθένας επιδεικνύει αυτό που είναι: στο Κολωνάκι και κάτω τα Prada συνεχίζουν να φοριούνται προς τέρψιν των νεοπλούτων ή των αφίλητων μεγαλοκόριτσων. Από την πλατεία το cabrio θα κατηφορίσει στα νότια, προς Γλυφάδα και Βουλιαγμένη. Πιο κάτω, από την Ακαδημίας οι άθλιοι των Αθηνών θα εκλιπαρούν να τους λυπηθούμε με μωρά ζαλισμένα από τον ήλιο, με κομμένα χέρια, με κομμένα πόδια, γριές τσιγγάνες ξαπλωμένες στην άσφαλτο ή παιδιά που επαιτούν με θράσος. Συνήθισα πλέον. Αλλά δεν ηρεμώ. Βλέπω και άλλους που είναι σε ελεεινή κατάσταση. Βρώμικοι και νηστικοί. Άστεγοι και κάποτε νικημένοι από την τύχη τους. Γέροντες που μου σπαράζουν την καρδιά. Περιφερόμενοι ίσκιοι, κάποτε επικίνδυνοι για τη δημόσια υγεία. Υπάρχει φτώχεια στην Αθήνα. Περιπλανώμενη ή στάσιμη σε στέκια.

Βλέπω τώρα τη φωτογραφία από την Πάρο και σκέπτομαι πως ο αρχιεπίσκοπος δεν έχει την αγωνία του πολιτικού να επανεκλεγεί. Είναι ισόβιος. Αυτό του δίνει το καταπληκτικό πλεονέκτημα να μην προβάλει εντυπώσεις με κομματική υστεροβουλία αλλά έργα ουσίας. Και για μένα έργα ουσίας είναι να βρεθούν τρόποι να διακονηθεί ο άνθρωπος που είναι σε ανάγκη. Και πνευματικά και υλικά. Δεν μπορώ να τα διαχωρίσω αυτά τα δύο. Ο πλησίον που είναι στα χάλια του. Aυτός που κυριολεκτικά πεινάει και κυριολεκτικά διψάει.

Η φιλανθρωπία εκτρέπεται;

Στην αρχιεπισκοπή Αθηνών υπάρχει τομέας της Χριστιανικής Αλληλεγγύης που παρέχει βοήθεια σε άτομα που πένονται. Έχει και αριθμούς. Λέει ότι φροντίζει 73.000 άτομα ετησίως. Προσφέρει φαγητό, είδη ένδυσης, έχει στέγες γερόντων και κατακοίτων. Προσωπικά, δεν με ενοχλεί αυτή η προβολή. Αλλά, νομίζω ότι η δυναμική της Εκκλησίας είναι πολύ μεγαλύτερη. Ναι, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος του αφηρημένου, μια προσφορά που δεν έχει σχέση με εκκλησία, θα σκεφθούν κάποιοι που βλέπουν τον πειρασμό να εκτραπεί η εκκλησιαστική φιλανθρωπία σε μία δράση, σαν να πρόκειται για κρατική πρόνοια. Σωστό. Αλλά και λάθος. Πουθενά το μοίρασμα δεν προϋποθέτει μια γνώση του άλλου. Αυτό που εννοώ δεν είναι να μιμηθεί η Εκκλησία το ελληνικό κράτος αλλά το αντίθετο: το κράτος να εμπνευσθεί από την εκκλησιαστική πρακτική. Μακάρι, να υπήρχε στην Ελλάδα η πρόνοια που υπάρχει σε άλλες χώρες. Και μακάρι να λειτουργούσε η γειτονιά. Εδώ, δεν γνωρίζονται οι άνθρωποι σε μια πολυκατοικία. Ξένοι μεταξύ ξένων.

Ο ναρκισσισμός ελλοχεύει για τα πάντα

Ούτε το ζήτημα είναι να ψαρέψει πιστούς η Εκκλησία. Με τη φιλανθρωπία μπορεί να δημιουργήσεις υπηκόους, αλλά μπορεί και να γίνεις εσύ ο υπηρέτης του άλλου. Εάν η Εκκλησία προσφέρει, αυτό συμβαίνει γιατί δεν μπορεί να γίνει αλλιώς! Όχι γιατί είναι δυνατή, αλλά γιατί είναι φιλανθρωπία. Ούτε γιατί δικαιώνεται μέσα από την αγαθοεργία. Η παλιά νοοτροπία που ερχόταν από θρησκευτικές οργανὠσεις με τις κυρίες του φιλοπτώχου ταμείου έχει πεθάνει. Για την ακρίβεια έχει πεθάνει η φιλανθρωπία της βιτρίνας. Η Εκκλησία δεν χρειάζεται να ανταγωνιστεί κάτι. Χρειάζεται να ακούσει, να δει και να μοιραστεί με τον πλησίον. Υλικά και πνευματικά. Ψωμί και προσευχή. Νερό και πνευματικές εμπειρίες. Δεν χρειάζεται να ειπωθεί ότι «εγώ ενδιαφέρομαι για σένα». Φτάνει να ενδιαφερθεί. Και μετά ας το κρύψει. Ή ας το διαδηλώσει. Σε δίκτυα, δελτία τύπου και ραδιόφωνα. Δεν πειράζει. Θα έχει, όμως, απαλυνθεί ο πόνος τόσων που περιφέρονται και δεν έχουν πού να γείρουν την κεφαλή τους. Ας μη δαιμονοποιούμε την αγαθοεργία προς τους διπλανούς μας. Έτσι κι αλλιώς, ο ναρκισσισμός ελλοχεύει για τα πάντα: και σε όσους λένε ότι ασχολούνται με τα πνευματικά και σε όσους θεολογούν… ο πειρασμός της έπαρσης είναι πανταχού παρών.

Είπαμε, ο αρχιεπίσκοπος είναι ισόβιος, και δεν έχει εκλογές, όπως οι πολιτικοί.  Μακάρι να μπορέσει να συνεργαστεί και με τον πρωθυπουργό σε έργα που θα αναδείξουν την ανθρωπιά και όχι τις δημόσιες σχέσεις. Και ο αρχιεπίσκοπος έχει ανθρώπους κοντά του που μπορούν βρουν τους ειδικούς και να σχεδιάσουν τρόπους παρέμβασης μέσα από ενορίες ή και ανεξάρτητα μέσα από την αρχιεπισκοπή Αθηνών, τον χώρο διαποίμανσης του Ιερωνύμου. Χρειάζονται υποδείγματα εργασίας. Σε μικρή κλίμακα. Και να δοθεί χώρος στους λαϊκούς. Καμιά ενορία δεν είναι κτήμα του προϊσταμένου και των ιερέων της. Είναι χώρος σύναξης του λαού του Θεού. Μόνο που φαίνονται περισσότερο οι κληρικοί και οι λαϊκοί παραμένουν σε αδράνεια. Ας γίνει μια απλή στατιστική έρευνα με ερωτηματολόγια για το πόσοι είναι διαθέσιμοι να εργαστούν μέσα στην ενορία τους, σε έργα που αφορούν τον πλησίον.

Ενορία πέρα από δόγματα;

Επιστρέφω στις εικόνες εξαθλίωσης που γνωρίζουμε όσοι εναπομείναμε και ζούμε με καρτερία στο κέντρο της Αθήνας. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ανάγκη και είναι ορατοί. Πώς θα αντιδρούσαν άραγε εάν τους προσέγγιζε κάποιος και τους έλεγε ότι υπάρχει ένα καταφύγιο κάπου; Και εκεί μπορούν να βρουν προσωρινά στέγη; Το θέμα δεν είναι όσοι είναι άστεγοι να εξαφανιστούν δια μαγείας ή να κρυφτούν πίσω από την κουρτίνα αλλά να έχουν τα στοιχειώδη που χρειάζεται ο άνθρωπος για την αξιοπρέπειά του: νερό, ένα κομμάτι ψωμί και στέγη.

Σκέφτομαι έναν χώρο που θα τηρούνται οι κανόνες υγιεινής και καθαριότητας, ενώ ταυτόχρονα οι φιλοξενούμενοι θα αισθάνονται ασφάλεια. Ένας χώρος όπου θα απαγορεύεται η κατοχή και η χρήση ναρκωτικών ουσιών, αλλά και αλκοόλ, φυσικά και του καπνίσματος.

Και από εκεί, ένας προθάλαμος με ειδικούς ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς ή και άτομα πρώην άστεγα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τους ανθρώπους αυτούς σε λύσεις που είναι δοκιμασμένες και αποτελεσματικές. Στο μυαλό μου στριφογυρίζουν οι εθισμένοι στα ναρκωτικά, οι αλκοολικοί και άλλοι που έχουν πιάσει πάτο. Αλλά θέλουν να ζήσουν. Θα μπορούσε να τους δοθούν λύσεις με έναν τρόπο δελεαστικά πειστικό; Κι εννοώ κοινότητες που εργάζονται με σκοπό τη θεραπεία. Θα μπορούσε να είναι μια ενορία που δεν περιορίζεται στους «δικούς μας», αλλά αγκαλιάζει κάθε έναν που έχει θέμα, πέρα από δόγμα και καταγωγή;

Το παράδειγμα της Κιβωτού

Στενοχωριέμαι γιατί μου φαίνομαι υπερκριτικός. Αλλά, στην πραγματικότητα θέλω να μοιραστώ ιδέες με τους αναγνώστες μου.

Στον ιστότοπο της αρχιεπισκοπής διαβάζω για 4.000 εθελοντές που δραστηριοποιούνται σε προγράμματα αλληλεγγύης. Αυτό είναι παρήγορο και είμαι βέβαιος ότι ο αριθμός μπορεί να μεγαλώσει.

Υπάρχουν πολλοί που είναι έτοιμοι να δουλέψουν για τον πλησίον. Το παράδειγμα της Κιβωτού του Κόσμου και της μεγάλης αγάπης που έχουν δείξει οι συμπολίτες μας, από κάθε κοινωνικό στρώμα και τάξη, είναι ένας δείκτης. Είναι κάτι που με κάνει υπερήφανο. Δεν το ζυγίζω ούτε το αξιολογώ με κριτήρια εκκοσμίκευσης. Αυτό που βλέπω είνο ότι εκεί οι άνθρωποι και η ψυχή του οργανισμού ο πατέρας Αντώνιος δείχνουν να γνωρίζουν τι σημαίνει ασχολούμαι με όσους έχουν ανάγκη. Πέρα από δουλειά γραφείου και διαβάσματα.

Οι ημερίδες είναι χρήσιμες όταν μάλιστα αφορούν τον κοινωνικό αποκλεισμό και είναι υπό την αιγίδα της Ιεράς Συνόδου. Αλλά χρειάζονται παραδείγματα. Μαθαίνω ότι στην Κιβωτό που ξεκίνησε από μια ομάδα παιδιών, σήμερα φροντίζονται 400 παιδιά, διαφόρων εθνικοτήτων και θρησκευτικών πίστεων. Η εμπειρία του ανθρώπου αυτού, του πατέρα Αντώνιου, πιστεύω πως θα είναι πολύτιμη και θα ανοίξει νέες προοπτικές στον κοινωνικό ρόλο που μπορεί να επιτελέσει η Εκκλησία της Ελλάδας σε επίπεδο ενοριακό, δηλαδή κοινοτικό.

Αρχιεπίσκοπος μάνατζερ ή αρχιεπίσκοπος πατέρας;

Την πασχαλιάτικη έκδοση της Καθημερινής επέλεξε ο Χρήστος Γιανναράς για να αξιολογήσει τον αρχιεπίσκοπο και να θρηνήσει για λογαριασμό των κληρικών την ορφάνια που είναι βυθισμένοι οι ίδιοι αφού ο Ιερώνυμος δείχνει να λειτουργεί μάλλον ως μάνατζερ παρά ως πατέρας-ποιμένας επίσκοπος. Η θλιβερή διαπίστωση του Γιανναρά (στον οποίο ο τόπος οφείλει πολλά για τη διατύπωση ενός άλλου λόγου, διαφορετικού από την ακαδημαϊκή θεολογία) καταλήγει στο συμπέρασμα που αφορά το σύνολο όλων των αρχιεπισκόπων: «Ο ένας μετά τον άλλον οι αρχιεπίσκοποι Αθηνών και πάσης Ελλάδος είναι άνθρωποι αξιοσυμπάθητοι, ο καθένας με τα δικά του χαρίσματα. Και διαιωνίζουν το κενό της πατρότητας και της αναστάσιμης μαρτυρίας».

Θρησκεία και υποκατάστατα

Οι πολλοί και οι λίγοι είναι στο επίκεντρο της ανάλυσης του Γιανναρά. Οι πολλοί που βλέπουν τον Χριστιανισμό ως μία ωφέλιμη θρησκεία ή ως ιδεολογία και όχι ως τρόπο ζωής. Και οι λίγοι «ίσως ελάχιστοι, μπορούν ακόμα να ψηλαφούν στο «Χριστός Ανέστη» κάτι από το πανηγύρι της χαράς για τον θάνατο που «πατείται θανάτω», για το Πάσχα – πέρασμα από το παράλογο της ύπαρξης στην ερωτική πληρότητα της ύπαρξης». Αναμφίβολα, ο συγκεκριμένος αρχιεπίσκοπος, Ιερώνυμος, σύμφωνα με το κείμενο, ανήκει στους πολλούς!

Δεν έχω διαβάσει άλλα κείμενα του Γιανναρά για τον αρχιεπίσκοπο. Και δεν θέλω να τον αδικήσω. Ωστόσο το συγκεκριμένο με τις γενικευτικές αποφάνσεις προκαλεί σκέψεις. Και δεν θέλω να αδικήσω ούτε τον αρχιεπίσκοπο που είναι στο «στόχαστρο».

Αυτό που «σκανδάλισε» ήταν κυρίως η τηλεοπτική εμφάνιση του αρχιεπισκόπου στους Πρωταγωνιστές του Θεοδωράκη (28 Μαρτίου). Έτσι, αυτό που χαρακτηρίζεται στο δημοσίευμα της εφημερίδας «θλιβερό περιαυτολογικό curriculum» το βλέπω σαν μια ευκαιρία επικοινωνίας του Ιερώνυμου με ευρύτερες λαϊκές μάζες. Ένας από τους πολλούς μιλάει με τους πολλούς…

Αρχιεπίσκοπος με θετική σκέψη

Moυ άρεσε, λοιπόν, που εκτέθηκε: ακούστηκε η αρρώστιά του, μίλησε για τον μισθό που παίρνει. Για τα παιδικά του χρόνια. Το μπάσκετ που του άρεσε. Την εκπαιδευτική του καριέρα. Για την αγάπη του στην αρχαιολογία και την επιστημονική έρευνα. Είναι, λες, ένας σαν και μας.

Μίλησε, ακόμη, για αποχώρηση από τα κοινά πράγματα και όχι για ισοβιότητα στον θρόνο. Ήταν ειλικρινής αλλά οριοθέτησε και προσωπικές του στιγμές. Ωστόσο μίλησε και σαν λογιστής. Μίλησε για τα «φιλέτα» της εκκλησίας. Αλλά όλα περιστρέφονταν γύρω από την ανακούφιση του λαού. Αρνήθηκε τη διαμάχη με την πολιτεία και τη στείρα αντιπαράθεση, ενώ αναφέρθηκε στην αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Ανέφερε το δημοψήφισμα ως τρόπο επίλυσης ζητημάτων, όπως τα σύμβολα (εικόνες σε δημόσιους χώρους κλπ). Ακόμη, τόνισε πως έχουμε υποχρέωση να περιθάλψουμε όποιον έχει ανάγκη, πέρα από χρώμα και καταγωγή. Και για το κτίσιμο τζαμιού είπε πως «δεν υπάρχει αντίρρηση για να γίνει για την εξυπηρέτηση των μουσουλμάνων».

Ο Ιερώνυμος σχετικά με την πατριδολαγνεία ήταν αρνητικός, όπως και ιδιαίτερα προσεκτικός όταν μίλησε για τα εθνικά θέματα. «Η Εκκλησία δεν κάνει εθνική πολιτική» είναι το μήνυμα, αλλά της πολιτείας. Τι θέλει λοιπόν ο αρχιεπίσκοπος; Θέλει έργα διακονίας και παιδείας για τον κλήρο. Ειδικούς παπάδες που να μπορούν να διαχειριστούν καταστάσεις δύσκολες, όπως τοξικομανείς ή φυλακισμένους. Τον ενδιαφέρουν οι υποδομές και όχι τα έργα βιτρίνας. Επιμένει στα ναρκωτικά, το μεγάλο θέμα και την ανάγκη υποστήριξης ανθρώπων που είναι σε ανάγκη.

Λέει για τη φθορά της διοίκησης και τη νοσταλγία του για τα βιβλία. Επανέρχεται σε αυτό. Σα να έχει τάσεις φυγής και να δηλώνει έμμεσα πως έχει κουραστεί. Και έχει δικαίωμα να έχει κουραστεί.

Προτιμώ έναν αρχιεπίσκοπο που ομολογεί την κούρασή του και αναζητεί τον παράδεισο με τα βιβλία του, παρά έναν μαυροφορεμένο μίζερο κληρικό που στρουθοκαμηλίζει ηδονιζόμενος με θεολογικές κορώνες περί ακτίστους φωτός και αλληλοπεριχώρησης.

Καυτηριασμός για όλα

Προσωπικά με βρίσκει αντίθετο η θέση που παίρνει ο αρχιεπίσκοπος στη συνέντευξη με τον Θεοδωράκη για τις σχέσεις των φύλων εκτός γάμου ως πορνεία επικαλούμενος το ευαγγέλιο και τη διδασκαλία του. Κάτι που είχε πει, πρόσφατα, και στα Νέα σε ερώτηση για τη συμβίωση. Για μένα το θέμα είναι ότι δεν βοηθάει μια τέτοια γενίκευση ηθικιστικού χαρακτήρα. Γιατί εάν κάποιος είναι τόσο απόλυτος με το τι είναι και το τι δεν είναι ευαγγελική διδασκαλία θα πρέπει να μιλήσει για ΚΑΘΕ ΤΙ που αποκλίνει από την διδασκαλία του Χριστού. Να ορίζει τι είναι αγάπη και τι είναι μισανθρωπία. Έμπρακτη. Και τα λόγια είναι πράξη. Και για αυτό υπάρχει πεδίον δόξης λαμπρόν για καυτηριασμό των κακώς κειμένων, εφόσον «δεν υπάρχει έκπτωσις». Σε εκκλησιαστικό κατεστημένο και πολιτική. Σε προσωπικό επίπεδο και σε κοινωνικό επίπεδο. Σε πρακτικές ατόμων αλλά και οργανισμών που αποσκοπούν αποκλειστικά στο κέρδος εξαχρειώνοντας και εκμαυλίζοντας συνειδήσεις. Ακριβώς πάνω σε αυτό ήταν εξαιρετικά εύστοχος για το Βατοπαίδι. «Το μοναστήρι δεν έχει πολυτελή ζωή» θα τονίσει,και προτείνει «αφού ήταν περιουσία του μοναστηριού θα μπορούσαν να την αξιοποιήσουν φτιάχνοντας το πανεπιστήμιο ή το νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη και ας ήταν ιδιοκτησία του Βατοπαιδίου…

Παρατηρώ ακόμη πως ενώ ο αρχιεπίσκοπος λέει ότι η Εκκλησία δεν είναι το φαίνεσθαι αναγκάζεται να προβεί σε μια σειρά απολογισμών για τα έργα της. Αυτό δεν είναι που ενοχλεί και τον Γιανναρά; Και ο οποίος λέει δηλητηριωδώς: «γιατί έβαλε υποψηφιότητα για αρχιεπίσκοπος και όχι για πρόεδρος της UNESCO ή του ΠΙΚΠΑ, αφού δεν έχει ούτε μια λέξη να πει για το νόημα της ζωής και το αίνιγμα του θανάτου, τίποτα για τον σταυρό και την ανάσταση; Σε τι διαφέρει η αγαθοεργία της Αρχιεπισκοπής από τις δραστηριότητες της UNESCO ή του ΠΙΚΠΑ, αν δεν είναι φανέρωση και μήνυμα ελπίδας για νίκη καταπάνω στον θάνατο;». Κι εγώ λέω: μα τι σημαίνει τελικά αναστάσιμη μαρτυρία στις μέρες μας; Ναι, κι εγώ θα ήθελα μάρτυρες της πίστης και ήρωες να τα βάζουν με τους πάντες και τα πάντα, αλλά ενθουσιάζομαι με το έργο που κάνει η Κιβωτός με τα παιδάκια που συγκεντρώνει και φροντίζει με επικεφαλής έναν απλό παπά με την παπαδιά του. Αν αυτές οι πρακτικές δεν είναι μορφές έμπρακτου ενδιαφέροντος προς τον συνάνθρωπο τότε τί είναι νίκη στον θάνατο; Δεν ξέρω. Αντιλαμβάνομαι όμως τι μπορεί να σημαίνει νιώθω υπερηφάνεια για έναν παπά και τη δουλειά που κάνει για τον άνθρωπο. Ανεξάρτητα από τα κίνητρά του. Σημασία δεν έχει αυτό που δίνει κανείς;

Το δράμα του διχασμού

Το δράμα νομίζω του αρχιεπισκόπου είναι ο διχασμός για τον οποίο μίλησε (αν και σε άλλα συμφραζόμενα) ο ίδιος σε δύο τρία σημεία της συνἐντευξης. Πόσο μπορείς να είσαι ο εαυτός σου και ταυτόχρονα μέλος ενός μηχανισμού που τείνει να σε συνθλίψει; Ο Ιερώνυμος γνωρίζοντας από τη μία πλευρά την ουσία της Εκκλησίας από την άλλη πλευρά οφείλει να υπερασπιστεί ένα κατεστημένο και γερασμένο θεσμό. Ο ίδιος με την παρουσία του διαφοροποιεί την τυπική εικόνα που έχει ο μέσος Έλληνας για έναν κληρικό και μάλιστα αρχιεπίσκοπο. Χρωματίζει αλλιώς τη συμβατική εικόνα αλλά χρειάζεται ακόμη κάτι τολμηρότερο: να σχεδιαστεί από την αρχή. Μόνο που αυτό απαιτεί μαχητικότητα ρήξεις χωρίς φόβο κόστους.

Τελειώνοντας νομίζω ότι ο Ιερώνυμος πρέπει να είναι ευτυχής με τις κριτικές που του γίνονται. Όχι επειδή είναι ευκαιρίες προσωπικής ταπείνωσης μέσω του δημόσιου λόγου αλλά γιατί συνιστούν αφορμές επαναδιαπραγμάτευσης με όλο αυτό το βουνό των ζητημάτων και των προτεραιοτήτων στο πρόγραμμα που έχει καταρτίσει. Που είναι βαρύ και ίσως δεν μπορεί να εκτιμηθεί πάντοτε στις πραγματικές διαστάσεις του.

Ο αρχιεπίσκοπος δεν είναι μάγος

Και δεν θα μπορούσε να είναι μάγος. Μπορεί να είναι επαγγελματίας κληρικός, αλλά αυτό δεν με χαλάει καθόλου. Όπως δεν με χαλάει και κάποιος να είναι επαγγελματίας της γραφής ή της κριτικής. Ο Ιερώνυμος μπορεί να μην είναι μάγος αλλά μπορεί να είναι καταλύτης και να δώσει ένα παράδειγμα ελπίδας. Αυτό, ναι, το θέλει ο κόσμος. Και τί παράξενο: είναι πολλοί που θέλουν ένα παράδειγμα. Από την άλλη πλευρά οι λίγοι μπορεί να συνιστούν μια ελίτ που ζουν στον δικό τους μικρόκοσμο που έχουν οριοθετήσει, ενώ τους αναμένει στη στροφή η συνάντηση με τον πειρασμό της αλαζονείας, με τη βαρεμάρα και την πλήξη…

Κλείνω αυτό το κείμενο λέγοντας, πως ο Ιερώνυμος είναι λογικός και προσγειωμένος. Είναι εξαιρετικά φιλικός και ήπιος.  Κυρίως, απλός. Πιστεύω ότι ο κόσμος τον αγαπάει, δείχνοντας ότι είναι σάρκα από τη σάρκα αυτού του τόπου.  Με αναπαύει. Είναι ένα πρόσωπο που εμπνέει σεβασμό σε όλα τα μορφωτικά στρώματα και παραπέμπει σε μια πατρική μορφή. Είναι μια ψυχή που έχει ανάγκη η Ελλάδα.

Η Εκκλησία της Σουηδίας ευλογεί τους γάμους ομοφύλων

Με ψήφους 176 σε σύνολο 249 η Σύνοδος της Λουθηρανικής Εκκλησίας της Σουηδίας λέει το ναι από εχτές, 22 Οκτωβρίου, σε γάμους ομοφύλων ζευγαριών. Ενδιαφέρον είναι ότι η απόφαση αυτή έρχεται σχεδόν (;) συμπτωματικά μόλις κλείνουν τριάντα χρόνια από τον αποχαρακτηρισμό της ομοφυλοφιλίας ως ασθένειας στη σκανδιναβική χώρα.

Ουσιαστικά η σουηδική Εκκλησία ακολουθεί τον νόμο που ισχύει από την 1η Μαΐου 2009 που αναγνωρίζει τον γάμο μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου, και άφηνε στα ζευγάρια τη δυνατότητα να κάνουν πολιτικό γάμο ή να τελούν θρησκευτικό γάμο. H Σουηδία έρχεται πέμπτη στην Ευρώπη στη νομοθεσία για τον γάμο ομοφύλων. Προηγήθηκαν: Ολλανδία (2000), Βέλγιο (2003), Ισπανία (2005), Νορβηγία (2008). Ωστόσο είναι από τις πρώτες χώρες που δέχτηκαν δικαιώματα στη συμβίωση ομοφύλων (μέσα 1990) καθώς και την υιοθεσία παιδιών (2002).

Στη λογική της κατανόησης των νέων κοινωνικών συνθηκών που αφορούν τον γάμο συστήθηκε μια εκκλησιαστική επιτροπή η οποία διατύπωσε προτάσεις για να συζητηθούν στις συναντήσεις της Γενικής Συνόδου, 22-25 Σεπτεμβρίου και 20-23 Οκτωβρίου. Αποτέλεσμα: υπάρχουν βάσιμοι θεολογικοί λόγοι να αποδεχτεί η Εκκλησία της Σουηδίας τους γάμους ομοφύλων.

Η απόφαση κλείνει έναν κύκλο συναντήσεων, μελετών, συζητήσεων και ζυμώσεων που ξεκίνησαν στους κόλπους της σουηδικής Εκκλησίας από το 1972. Βασικό κέντρο αναφοράς η έννοια της συμβίωσης και της συγκατοίκησης που έχει αποκτήσει τα τελευταία τριάντα χρόνια σημασία παρόμοια με αυτή του γάμου και η παραδοχή ότι οι σχέσεις των ομοφύλων δεν είναι περιστασιακές αλλά μπορεί να είναι σταθερές και μακροχρόνιες. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τις σχέσεις ετεροφύλων. Μία βεβαιότητα που έρχεται σε αντίθεση με το στερεότυπο του gay που είναι μανιασμένος με το σεξ ένα ον, που εάν δεν είναι γραφικό είναι υποταγμένο στη σωματική φιληδονία. Παράλληλα έγινε επεξεργασία στατιστικών στοιχείων για γάμους, διαζύγια, και διαβίωση παιδιών σε μονογονεϊκές οικογένειες, στοιχεία που οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι αυτό που λέμε σήμερα συμβίωση έχει πολλές και διαφορετικές μορφές και όταν υπάρχει πρόθεση γάμου σημαίνει μια συνειδητή μακρόχρονη δέσμευση.

Ένα ακόμη συμπέρασμα της ειδικής επιτροπής είναι ότι τα βιβλικά χωρία που έχουν χρησιμοποιηθεί εναντίον της ομόφυλης συμβίωσης δεν συνιστούν μια βάση για την απόρριψη ομόφυλων προσωπικών σχέσεων. Το κριτήριο είναι το ευαγγελικό μήνυμα της αγάπης που μπορεί να χαρακτηρίζει τις ομόφυλες σχέσεις. Συνακόλουθο όλων αυτών των θέσεων ότι δεν αποκλείεται και η χειροτονία σε κάποιον που βρίσκεται μέσα σε μια ομόφυλη σχέση.

Σε μια αναδρομή για τις θέσεις της Βίβλου προς τον γάμο σημειώνεται πως ο Ιησούς ζούσε μόνος, χωρίς βιολογικά παιδιά, και δεν θεωρήθηκε ότι υπολειπόταν σε σχέση με τους εγγάμους της εποχής του. Επιπλέον τα βιβλικά εδάφια θα πρέπει να εξετάζονται με την επίγνωση των διαφορών που έχουν με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Πέρα από το διαχρονικό μήνυμα υπάρχουν χωρία που αναφέρονται στην εποχή που γράφτηκαν και δεν μπορούν να ισχύουν σε όλα τα περιβάλλοντα. Έτσι δεν μπορούν να δώσουν απάντηση για τον γάμο ομοφύλων εδάφια από τη Βίβλο που αφορούν ένα άλλο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο. Το τελικό ερώτημα που είχε να απαντήσει η Εκκλησία της Σουηδίας ήταν εάν ωφελούσε ή έβλαπτε η ευλογία του γάμου σχέσεων ομοφύλων.

To σημαντικό στην απόφαση αυτή είναι η αποενοχοποίηση της ομοφυλόφιλης επιθυμίας σε θεολογικά συμφραζόμενα και η αναγνώριση ενός γεγονότος πραγματικού: οι ανθρώπινες σχέσεις μπορεί να διαφοροποιούνται όσον αφορά το φύλο, αλλά οι ανάγκες των ζευγαριών παραμένουν οι ίδιες. Τα συμπεράσματα της Επιτροπής βασίζονται σε θεολογικές εκτιμήσεις που επιτρέπουν την ευλογία των ομόφυλων ζευγαριών και σίγουρα θα προκαλέσουν συζητήσεις στις άλλες ευρωπαϊκές Εκκλησίες. Ήδη διαβάζω για την απογοήτευση των Καθολικών και Ορθοδόξων στη Σουηδία για τη συνοδική απόφαση των Λουθηρανών.

Αναμφίβολα, πέρα από απαγορεύσεις και εντολές οι οποίες δεν τηρούνται στο πέρασμα των χρόνων (βλ. διαζύγιο), στη Βίβλο η μεγαλύτερη εντολή είναι η αγάπη. Επομένως και εδάφια που μιλούν για τη συμπληρωματικότητα (Ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον) που προσφέρεται σε μια σχέση άντρα και γυναίκας μπορεί να ιδωθούν ότι σχετίζονται με τις ομόφυλες προσωπικές σχέσεις αφού και εκεί αυτό που προέχει είναι η άρση της ατομικότητας μέσα από την προσφερόμενη αμοιβαιότητα.

Πολλοί διαβάζοντας αυτές τις γραμμές θα σπεύσουν να χαρακτηρίσουν τους Λουθηρανούς ως αιρετικούς ή απλά ότι εκκοσμικεύουν το ευαγγέλιο και το φέρνουν στα μέτρα των ημερών. Εγώ βλέπω μια πολύ σοβαρή αντιμετώπιση σε θέματα που είναι άμεσα, ζωντανά, αγγίζουν πολύ μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας μας και πολύ απλά στον τόπο μας είτε δεν συζητούνται στις πραγματικές τους διαστάσεις είτε αναζητούνται πατερικές ερμηνείες ή αλληγορικές εξηγήσεις που πολώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις στιγματίζοντας συμπεριφορές που διαφοροποιούνται από κανονικότητες ετερόφυλων δεσμών.

Το μεγάλο μάθημα των Λουθηρανών, που κατέχουν πολύ καλά τη βιβλική επιστήμη και θεολογία, είναι ότι μέσα από μια θεολογία του γάμου αναδεικνύεται ένας ευρύς χώρος για όλους στη μεγάλη θεανθρώπινη κοινότητα της Εκκλησίας. Δείχνουν έναν δρόμο συμφιλίωσης με το παρόν που πολύ δύσκολα μπορεί να ακολουθήσει μια ορθόδοξη Εκκλησία σε θεσμικό συνοδικό επίπεδο.

Κατά τα άλλα είναι αυτονόητο πως οι διακρίσεις των σχέσεων σε κανονικές ή μη, σε φυσικές ή παρά φύσιν, είναι ανθρώπινες κατασκευές που παλιά αποσκοπούσαν στον έλεγχο της σεξουαλικότητας, που δεν εξυπηρετούν πλέον τις κοινωνίες, παρά την αγωνία και τις εμμονές όσων επικίνδυνων προκαλούν δυστυχία σκορπίζοντας φοβίες και μίσος, επιμένοντας πεισματικά να θεωρούν εαυτούς ρυθμιστές της ζωής των άλλων ή μεσσίες που θα σώσουν το γένος από την καταστροφή.

H Διαρκής Ιερά Σύνοδος δήλωσε ότι η ομοφυλοφιλία αποτελεί παράβαση του θελήματος του Αγίου Θεού και της διδασκαλίας του Ευαγγελίου.

Μίλησε μίζερα, προχτές, με νομικούς όρους συντηρώντας κοινωνικές διακρίσεις… Ποτέ όμως, οι ίδιοι μητροπολίτες που αγωνιούν και φέρνουν παρόμοια ζητήματα στη Σύνοδο, ασκώντας κοινωνική κριτική, δεν βγήκαν δημόσια να πικράνουν τα αυτιά των αστών Continue reading