Tag Archives: Μάρθα Φριντζήλα

Γλυκειά παραίσθηση

Σε προδιαθέτει το κόκκινο βελούδο της κρεβατοκάμαρας. Θα ζήσεις κάτι όμορφο. Κι ας είναι εφιάλτης. Ένας εφιάλτης μπορεί να σε κάνει να γελάσει το χείλι σου. Κι από τρομάρα. Ή μετά από τον φόβο. Γιατί ο συγγραφέας εμπλέκεται κι αυτός στην ιστορία που γράφει για μας. Άραγε, μπορεί να κρατήσει αποστάσεις; Γίνεται συνένοχος ή απλά ηθικολόγος; Αναγνωρίζει μόνο τραγική διάσταση ή αντιλαμβάνεται τα πράγματα στο συναμφότερο, κωμικά και τραγικά μαζί;

Όλοι οι ηθοποιοί παίζουν και τραγουδούν ξαφνιάζοντας ευχάριστα και τους πιο απαιτητικούς θεατές. Το Θέατρο Πορεία με την ώς τώρα διαδρομή του και την καλλιτεχνική του δουλειά αποδεικνύει ότι σέβεται το κοινό του, χωρίς όμως να λαϊκίζει κολακεύοντας ή υποχωρώντας σε γούστα και μαζικές τάσεις.

To έργο του Ευγενίου Λαμπίς (Labiche) περιλαμβάνει 160 έργα και βασίζεται στην παράδοση του βοντβίλ (Vaudeville), σε μια παλιά παράδοση τραγουδιών που πέρασαν στην υπόθεση της κωμωδίας, ώστε τον 19ο αιώνα δημιουργήθηκε ένα καινούργιο είδος, πρόδρομος του μοντέρνου μιούζικαλ. Στα καθ᾽ ημάς ας ειπωθεί γενικά «κωμωδία μετ᾽ ασμάτων». Στις κωμωδίες αυτές τα πάντα ήταν ανακυκλωμένα υλικά. Η υπόθεση είναι απλή, κατανοητή από όλους. Τα τραγούδια βασίζονται σε γνωστές, παλιές μελωδίες. Oι ήρωες είναι άνθρωποι από τις λαϊκές τάξεις. Ο Λαμπίς ανεβάζει στη σκηνή τους αστούς. Και ταυτόχρονα βάζει στο στόχαστρο τις αδυναμίες τους. Αλλά τους αγαπάει. Δεν τους στηλιτεύει για να τους διορθώσει. Είναι αυτό που είναι. Και γελάς με αυτό που είναι. Φυσικά.

Η παράσταση στο Θέατρο Πορεία είναι σα να βλέπεις ταινία του βωβού κινηματογράφου με χρώμα και ήχο. Όχι, όμως, παλαιϊκά… Και με μια μουσική να ωθεί την πλοκή για να εξιχνιαστεί η υπόθεση της οδού Λουρσίν… Ή μήπως οι μουσικοί είναι συνένοχοι στο μυστικό που κρύβεται στην ιστορία και θέλει να μπλέξει και τους θεατές;

Μετά το «Κτήνος στο φεγγάρι» ο Δημήτρης Τάρλοου και η Ταμίλλα Κουλίεβα εμφανίζονται σε δύο ρόλους απαιτήσεων τελείως διαφορετικούς από το ζεύγος των Αρμενίων προσφύγων.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να δείτε την παράσταση. Όσοι έχετε συνηθίσει τη Φριντζήλα σε άλλες δουλειές θα δείτε μια προσέγγιση σε ένα είδος που έχει θεωρηθεί ελαφρό αλλά που έχει διδάξει τους δραματουργούς για το τι σημαίνει καλοφτιαγμένο έργο που απευθύνεται στον πολύ κόσμο. Προορίζεται να κριθεί από την αγορά του θεάματος. Η Φριντζήλα στήνει μια παράσταση καλοκουρδισμένη, ειλικρινά, ευφρόσυνη με τους ηθοποιούς ελεύθερους να αυτοσχεδιάζουν επί σκηνής και βεβαίως να ρισκάρουν ακροβατώντας στον αυτοσχεδιασμό. Ρυθμικοί και αγέρωχοι. Τσαλακωμένοι ή καλοσιδερωμένοι. Πάντως ενθουσιασμένοι, όλοι τους μεταμορφωμένοι μέσα στα κοστούμια του Άγγελου Μέντη. Δημήτρης Τάρλοου (είχε παίξει στην παράσταση του έργου σε σκηνοθεσία του αείμνηστου Τάσου Μπαντή στο Θέατρο Εμπρός), Ταμίλα Κουλίεβα, Ερρίκος Λίτσης, Παναγιώτης Τσεβάς, Μιχάλης Φωτόπουλος, Κώστας Νικολόπουλος. Όλος ο θίασος γίνεται ορχήστρα που σε παρασέρνει με τις μουσικές πολυχρωμίες του Βασίλη Μαντζούκη που παίζονται ζωντανά επί σκηνής. Σε μια χορογραφία που έχει φροντίσει ο ιπτάμενος Αργεντίνος Camilo Bentancor. Η μετάφραση της Νικολέτας Φριντζήλα απίστευτα σύγχρονη!

Είναι μια παράσταση που εξερευνά τον μηχανισμό του θεάτρου, χωρίς να προδίδει το παραμύθι του. Δηλαδή τη μαγεία του! Παράσταση απολαυστική σα μια γλυκειά παραίσθηση. Ιαματική.

H αντοχή των τραγουδιών στην παράσταση «X ΣKHNHΣ. Aυτά που κάψαν το σανίδι»: O Σταμάτης Kραουνάκης και ο μουσικός λειμώνας του

Στον μουσικό χυλό της ρέουσας πραγματικότητας η παράσταση «X ΣKHNHΣ. Aυτά που κάψαν το σανίδι» του Σταμάτη Kραουνάκη μας αναβαπτίζει σε μια Eλλάδα που αγαπάμε όλοι και ας μη το δείχνουμε συχνά.

Tιμώ σημαίνει θυμάμαι. Kαι ο Kραουνάκης μαρτυρά τις πηγές των εμπνεύσεών του και μου αποκαλύπτει για μια ακόμη φορά τη λαϊκή του ταυτότητα: μας κάλεσε να ξεφυλλίσουμε παρέα το λεύκωμα με τις εικόνες του αιωνόβιου ελληνικού μουσικού λειμώνος, αφού το παλαιότερο κομμάτι της βραδιάς ήταν το «Εγώ είμαι η νέα γυναίκα» του Σακελλαρίδη, του 1908. Και αυτοσυστήνεται ως ένας συμβολικός εκπρόσωπος ενός μόχθου εκατό ετών, για να δημιουργηθεί μια παράδοση στο νεοελληνικό θέατρο (έχει δουλέψει και ο ίδιος σε πάνω από 50 παραστάσεις).


Καλεσμένοι του Σταμάτη Κραουνάκη στο ίδιο τραπέζι πολλές γενιές καλλιτεχνών, κομμάτια της ψυχής μας, επιβεβαίωσαν ότι το ελληνικό τραγούδι αντέχει στη διαχρονία του και συνιστά ταυτότητα.

 

Όταν ο κόσμος τραγουδάει

Επιθεώρηση, αρχαίο δράμα, αλλά και Μπρεχτ, Πιραντέλλο, Λόρκα και Ντάριο Φο συνέθεσαν ένα μαγικό καλειδοσκόπιο με τελείως διαφορετικά είδη θεατρικών συνθέσεων αλλά με μία κοινή αρετή: όλα τα κομμάτια μπορούσαν να τραγουδηθούν από το κοινό.  Όταν ο κόσμος τραγουδάει συνεχίζει μια πρακτική που είναι γνωστή από τα παραδοσιακά λαϊκά θεάματα, την ενεργητική συμμετοχή των θεατών στην παράσταση, κάτι που έχει χάσει το αστικό θέατρο, όπου οι πάντες υποχρεώνονται να σιωπούν. Και κάτι που αναζητά πάντα η θεατρική avant-garde. Και, πραγματικά, εντυπωσιάστηκα γιατί ο κόσμος γνώριζε το άσμα «Νινέτα, Νανίνα, Νινόν» του Χαιρόπουλου από την οπερέτα Γυναίκες… γυναίκες που σιγοτραγούδησε με τον «Μύθο» από τη Λυσιστράτη (μετάφραση Θρ. Σταύρου) και το «Στρώσε το στρώμα σου» του Ιάκωβου Καμπανέλλη από τη Γειτονιά των Αγγέλων. Και πρέπει να πω ότι ο Κραουνάκης ώθησε τον κόσμο να τραγουδήσει Θεοδωράκη και «Το γελαστό παιδί» μαζί με το «Βίρα τις άγκυρες» του Γιώργου Μουζάκη, αποδεικνύοντας ότι τα στεγανά που θέτουν οι διάφοροι ειδικοί στη μουσική δημιουργία είναι ανύπαρκτα όταν έρχεται η στιγμή να γίνουν μέλος στο στόμα των ανθρώπων. Ο Κραουνάκης, λοιπόν, αποκατέστησε την τιμή μουσικοσυνθετών που ανήκαν παραδοσιακά στο είδος, θα λέγαμε του ελαφρού τραγουδιού, ή είχαν γράψει κομμάτια για την επιθεώρηση. Αυτή η συμφιλίωση της μουσικής, μέσα από τους ίδιους τους λαμπερούς εκπροσώπους της, ηθοποιούς και τραγουδιστές, ήταν και η μεγάλη επιτυχία της παράστασης. Όλοι οι άξιοι έχουν θέση στη μουσική τράπεζα του τόπου.

Μάλιστα, στο Ωδείο του Ηρώδου που ενόχλησε στην αρχή την αγαπημένη μου φίλη που καθόταν πλάι μου, αφού ο χώρος είναι «ιερός» και καθιαγιασμένος από το αρχαίο δράμα και άλλες «σοβαρές» εκδηλώσεις, όπως μου είπε. Στο άκουσμα αυτής της φράσης από τη φίλη μου συνειδητοποίησα και τον στόχο και το μήνυμα της βραδιάς.  Χατζιδάκις, Χαιρόπουλος, Γρηγόρης Κωνσταντινίδης, Στάθης Μάστορας, Σωτηρία Ιατρίδου, Θεόφραστος Σακελλαρίδης, Θόδωρος Παπαδόπουλος, Γιώργος Μουζάκης, Τάκης Μωράκης, Μιχάλης Σογιούλ, Ριτσιάρδης, Νίκος Χατζηαποστόλου διασταυρώνονται γιορταστικά με Μάνο Χατζιδάκι, Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο, Χρήστο Λεοντή, Θάνο Μικρούτσικο, Διονύση Σαββόπουλο, Λουκιανό Κηλαηδόνη, και Σταμάτη Κραουνάκη. Τα τραγούδια τους, μακριά από την παράσταση που πρωτακούστηκαν αντέχουν. Γράφουν τη δική τους ιστορία. Και αγαπιούνται. Πολύ.

Η Σπείρα-σπείρα ως συνοδεία του μουσικού «γέροντα» Σταμάτη είχε αναλάβει ένα μεγάλο κομμάτι ευθύνης της παράστασης αφού έμεινε τρεις ώρες επί σκηνής συνοδεύοντας μουσικά και κινησιολογικά όλους τους καλλιτέχνες που εμφανίστηκαν. Το παλαιό μέλος της ομάδας Στέλιος Καρπαθάκης έκανε την εισαγωγή στην παράσταση με το «Χάι-Χο» από τη Δωδεκάτη Νύχτα, ενώ η νέα και ελπιδοφόρα Δάφνη Λέμπερου που παίζει και κλαρίνο ερμήνευσε στιβαρά το «Ξενιτεμένο μου πουλί» του Λεοντή.

Η βραδιά, με τους εκπληκτικούς μουσικούς, ξεκίνησε δυναμικά με μια χιπ χοπ εκτέλεση του Jerome Kaluta από τους Όρνιθες του Χατζιδάκι, την παράσταση που σκανδάλισε το 1959 με τη σκηνοθεσία του Κουν και άλλαξε τα δεδομένα στην ερμηνεία της αρχαίας κωμωδίας.

Θεοδωράκης με Μουζάκη και Σακελλαρίδη

Ο Χρήστος Στέργιογλου, αυτός ο μοναδικά ταλαντούχος performer (από τα μεγαλύτερα κεφάλαια στον χώρο) με άνεση μας βάπτισε στην ατμόσφαιρα της οπερέτας του Μεσοπολέμου, για να δώσει τη σκυτάλη στην Κατιάνα Μπαλανίκα που τραγούδησε τραγούδια της επιθεώρησης. Να πω, ότι κάθε εμφάνιση ήταν μια μικρή παράσταση ξεχωριστή, εφόσον η κάθε καλλιτεχνική παρουσία αντιπροσώπευε ή παρουσίαζε και μια άλλη παράδοση.

Η Ζωζώ Σαπουντζάκη, η οποία αποθεώθηκε από ΟΛΟΥΣ, φορώντας ένα διάφανο μαύρο κοστούμι, και μια κόκκινη αιθέρια μπέρτα, με σκίσιμο στο πλάι, όπως την ήθελε πάντοτε το κοινό της, ξεσήκωσε το πλήθος επιβεβαιώνοντας τη ζωντανή εικόνα της βασίλισσας που έχει λατρέψει ο κόσμος από τη δεκαετία του 1950. Η Μάρω Κοντού θύμισε τη «Μαύρη Φορντ» και ο Γιώργος Μαρίνος (άλλη ζωντανή ιστορία του one man show) μας έδειξε πώς ξεκίνησε τη δεκαετία του ᾽60 με τραγούδια του Γκάτσου που γράφτηκαν ειδικά για αυτόν, όπως το «Έλα σε μένα». Η Μάρθα Βούρτση τραγούδησε Θεοδωράκη από την παράσταση Ένας Όμηρος (απόδοση Β. Ρώτας), ο Γιάννης Χαρούλης δυο κομμάτια του Χατζιδάκι από τον Καπετάν Μιχάλη του Καζαντζάκη, ενώ η Μελίνα Τανάγρη ερμήνευσε την Παράβαση των Αχαρνέων (μουσ. Δ. Σαββόπουλος), Λεοντή («Το στρείδι και το μαργαριτάρι») και η Σόνια Θεοδωρίδου το «Νανούρισμα» από τον Ματωμένο γάμο.

Άλλη αποκάλυψη για όσους δεν τον ξέρουν ήταν ο Γρηγόρης Βαλτινός που τραγούδησε άψογα, αλλά και χόρεψε και έπαιξε με τα τραγούδια από τη Γειτονιά των αγγέλων του Καμπανέλλη σε μουσική Θεοδωράκη. Στο Δεύτερο Μέρος η Άννα Παναγιωτοπούλου με τον «Έλληνα» από την επιθεώρηση Τι είδε ο Γιαπωνέζος (1987) με έκανε για άλλη μια φορά να πω ότι ο Κραουνάκης έχει γράψει μεγάλα κλασικά κομμάτια. Ο Λάκης Λαζόπουλος ικανοποίησε το ανάμικτο κοινό,  υποστήριξε με ένταση την παράσταση τραγουδώντας «Όλα σπάσ᾽τα κι αγάπα με» (Τ. Μωράκης, Γ. Γιαννακόπουλος) και χορεύοντας, έθεσε το βασικό ερώτημα «Να ζήμενς ή να μη ζήμενς» οδηγώντας την βραδιά προς το τέλος της. Παρέδωσε σα μαθητούδι τη σειρά του στη Σπεράντζα Βρανά, η οποία τραγούδησε από την πρώτη σειρά με ταυτόχρονη αναμετάδοση στον τοίχο του προσκηνίου το «Τραμ το τελευταίο», και «Το μονοπάτι», προκαλώντας νέο ρίγος στον κόσμο. Η παράσταση έκλεισε με την Άννα Καλουτά, η έφηβος γιαγιά της επιθεώρησης, η οποία τραγούδησε, αστειεύτηκε και κυρίως έβλεπε να δικαιώνεται η τέχνη που υπηρέτησε για πάνω από πενήντα έτη.

Σημεία κορυφώσεις

Η παράσταση είχε πολλά σημεία-κορυφώσεις που συγκίνησαν τον κόσμο. Εγώ βούρκωσα όταν εμφανίστηκε η Ζωή Φυτούση, σαν αερικό, για να πει το χατζιδακικό «Μαντολίνο» από το Απόψε αυτοσχεδιάζουμε σε σκηνοθεσία Μυράτ. Απόλαυσα τη Μάρθα Φριντζήλα και το σόλο της, η οποία εμφανίστηκε με ασημί ταφτά και μια τεράστια βεντάλια και τραγούδησε το «Άννα μην κλαις» του Μικρούτσικου με εμβόλιμο το «Le chant de canons» από την Όπερα της πεντάρας, των Μπρεχτ-Βάιλ. Η Φριντζήλα μαζί με τον Δημήτρη Μπάσση (είπε το «Φίλοι κι αδέλφια» του Ξυλούρη, από το Μεγάλο μας τσίρκο σε μουσική Ξαρχάκου) ήταν τα νεώτερα εύοσμα άνθη αυτού του μουσικού στέφανου που έπλεξε ο Σταμάτης Κραουνάκης. Πανέμορφα, όπως άρμοζε στην περίσταση, τα κοστούμια του Μετζικώφ.

Υπέροχα τα βίντεο του Αυγέρη με μικρά αφιερώματα σε ηθοποιούς-θρύλους. Να πω και τη γκρίνια μου. Όμορφη η παρουσία της Ουζουνίδου, αλλά μου φάνηκε ότι ο συνδετικός της ρόλος κάπου ξεχάστηκε στη ροή της παράστασης. Μου έλειψε η παρέα του Δαλιανίδη, των Βουτσά, Καραγιάννη, Μαίρης Χρονοπούλου, που θα μπορούσε να χωρέσει, έστω με ένα άσμα εάν έλειπε κάποιο τραγούδι του Χατζιδάκι (είχε τη μερίδα του λέοντος με 12 συνθέσεις) ή του Θεοδωράκη (έξι συνθέσεις). Ακόμη, νομίζω ότι τα παιδιά από την Σπείρα θα μπορούσαν να πουν κάποια κομμάτια σε ζευγάρια ή σε τρίο. Αλλά κι αυτά ήταν οικοδεσπότες, και μαθητές που ασκήτευαν και μάθαιναν μαζί από τους παλιούς. Και τους χειροκροτούσαν θερμά. Ευγνώμονες!

Η σκηνή άδειασε και ακούγεται ο ήχος της λατέρνας που παίζει ο Σταμάτης Κραουνάκης. Είναι το τρομερό παιδί που μεταμορφώθηκε σε οικοδεσπότη και ο οποίος, τώρα, ξεπροβόδισε τους καλεσμένους που είπαν «ναι» στο μουσικό πανηγύρι που έστησε στη ρίζα της Ακρόπολης. Τους τίμησε και τον τίμησαν με κάθε τους είσοδο και έξοδο στο φωτεινό πάνλευκο πατάρι. Τώρα είναι μόνος, συνοδεύοντας τους θεατές που αναχωρούν. Από τις πλέον προσωπικές στιγμές, όπου ο Κραουνάκης νιώθει ότι είναι ένας ακόμη κρίκος μιας τέχνης που δεν άνθισε στα σαλόνια, αλλά στις σκηνές της νύχτας, και σε πατάρια που άναβαν από τους στεναγμούς και τα χειροκροτήματα. Και ο κρίκος αυτός δεν είναι αδύναμος αλλά ισχυρότατος! 

ΥΓ Γιατί δεν μπαίνουν στο Ηρώδειο γιγαντοοθόνες ώτε να βλέπουν άπαντες τα επί σκηνής δρώμενα; Η τεχνολογία το επιτρέπει χωρίς φθορά στον αρχαιολογικό χώρο. Απορώ πώς δεν το έχει σκεφτεί κανείς!

 

Ως συνήθως τελευταίοι έρχονται όσοι έχουν εισιτήρια στο κάτω διάζωμα. Η παράσταση καθυστέρησε να ξεκινήσει, αλλά κάποτε δεν θα έπρεπε να τιμωρηθούν και όσοι δεν είναι στη θέση τους;

 

Συντελεστές:
Σύνθεση μουσικού σεναρίου: Σταμάτης Κραουνάκης-Σύμβουλος Μουσικού σεναρίου: Γιώργος Παπαστεφάνου-Επιμέλεια προγράμματος: Λίνα Νικολακοπούλου & Σταμάτης Κραουνάκης-Κείμενα – Παρλάτες: Λίνα Νικολακοπούλου-Σκηνοθεσία – Βίντεο: Κώστας Αυγέρης-Σκηνικά, Κοστούμια: Γιάννης Μετζικώφ-Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ-Μουσική προετοιμασία: Χρίστος Θεοδώρου, Άρης Βλάχος-Ενορχηστρώσεις – Διεύθυνση ορχήστρας: Γιώργος Ζαχαρίου-Παρουσίαση: Σταμάτης Κραουνάκης & Ελένη Ουζουνίδου
Συμμετέχουν (αλφαβητικά): Γρηγόρης Βαλτινός, Μάρθα Βούρτση, Σπεράντζα Βρανά, Σόνια Θεοδωρίδου, Άννα Καλουτά, Μάρω Κοντού, Λάκης Λαζόπουλος, Γιώργος Μαρίνος, Κατιάνα Μπαλανίκα, Δημήτρης Μπάσης, Άννα Παναγιωτοπούλου, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Χρήστος Στέργιογλου, Μελίνα Τανάγρη, Μάρθα Φριντζήλα, Ζωή Φυτούση, Γιάννης Χαρούλης
Στο ρόλο της χορωδίας η Ομάδα Ελληνικού Μουσικού Θεάτρου Σπείρα Σπείρα-Την ομάδα Σπείρα Σπείρα αποτελούν οι: Αργυρώ Καπαρού, Ελεάννα Καραντίνου, Στέλιος Καρπαθάκης, Δάφνη Λέμπερου, Βασίλης Μοσχονάς, Χρήστος Μουστάκας, Κώστας Μπουγιώτης, Γιώργος Νανούρης, Γιώργος Στιβανάκης, Παρθένα Χοροζίδου.
Σπείρα Σπείρα συνεργάτες: Χρήστος Γεροντίδης, Γεράσιμος Νgoie Kaluta, Κώστας Μπουγιώτης, Ελεάνα Παπαχρήστου