Τραγωδία εκδίκησης

Είναι ένας τίτλος που ταιριάζει σε όλα τα τρέχοντα και ρέοντα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα, όπου με τον καταιγισμό των νέων οικονομικών μέτρων το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι η απονομή δικαιοσύνης και η αποκατάσταση της τάξης από μια αδικία που συντελέστηκε . Στη συγκεκριμένη περίπτωση για τη σπατάλη που έχει γίνει στο Δημόσιο αλλά κανείς δεν ήταν και δεν είναι υπόλογος. Και δεν είναι υπεύθυνοι ούτε οι συνταξιούχοι ούτε οι μισθωτοί. Σα να αθωώνεται ο διαχειριστής μιας πολυκατοικίας από το άδειασμα του ταμείου του και του αποθεματικού του… Ποιος θα αποκαταστήσει τότε την τάξη;

Ωστόσο, ο τίτλος αφορά δύο παραστάσεις που παίζονται στην Αθήνα μετά το Πάσχα και έχουν σκηνοθετηθεί από δύο γυναίκες, την Κατερίνα Ευαγγελάτου και την Άντζελα Μπρούσκου.

Μέχρι πού μπορούν να φτάσουν τα αντίποινα; Ο μωσαϊκός νόμος «οφθαλμός αντί οφθαλμού» ανταπόδιδε τα ίσα σε μια αδικία, κάτι σαν αυτό που ξέρουμε ως βεντέτα. Τί συμβαίνει όμως όταν αυτό δεν τελειώνει ποτέ; Πόσο αίμα χρειάζεται να χυθεί για να πάψει η τρέλα της αλληλεκδίκησης και η μανία της ρεβάνς; Πώς μπορεί να προφυλαχθεί κανείς από τις εξάρσεις του θυμού του άλλου; Και πότε κανείς έχει το δικαίωμα να υποκαταστήσει τον ρόλο που έχει η κοινωνία στην απονομή της δικαιοσύνης; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που αναδύονται από τις τραγωδίες εκδίκησης, οι οποίες εξωτερικά δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα σύγχρονα θρίλερ τρόμου και μυστηρίου.

Η πρώτη παράσταση είναι ενός σπανίως παιζόμενου έργου που γράφτηκε μεταξύ 1582 και 1592 από τον Τόμας Κυντ, και λέγεται The Spanish Tragedy. Θεωρείται το πρώτο δείγμα ενός ιδιαίτερου είδους που ανθεί στην ελισαβετιανή Αγγλία, την τραγωδία εκδίκησης.

Η πλέον γνωστή τραγωδία εκδίκησης είναι ο περίφημος Άμλετ: ο κεντρικός ήρωας θέτει στόχο να ανταποδώσει για κάποιο κακό που του συνέβη. Η βασική έμπνευση για τα έργα αυτά που είναι βουτηγμένα στο αίμα θεωρείται πως προέρχεται από τον λατίνο Σενέκα, που ήταν γνωστός στην Αναγέννηση, κυρίως μέσα από την εκπαίδευση και την ενασχόληση με τα λατινικά.

Στην «Ισπανική τραγωδία» του Τόμας Κυντ η Εκδίκηση εμφανίζεται ως χαρακτήρας στη ροή της υπόθεσης.

Στην Εκδίκηση (όπως λέγεται η Ισπανική Τραγωδία στην παράσταση της Ευαγγελάτου), ο ιππότης Ντον Αντρέα αναζητά μεταθανάτια δικαίωση. Έχει σκοτωθεί σε μία μάχη με τους Πορτογάλους και είναι πλέον ένα περιπλανώμενο φάντασμα. Νεκρός πια, συντροφιά με την Εκδίκηση της αφηγείται την ιστορία του θανάτου του. Είχε ερωτευθεί την πανέμορφη πριγκίπισσα Μπελιμπέρια και τον σκότωσε ο Μπαλτάζαρ, πρίγκιπας της Πορτογαλίας, που τον ζήλευε.

Η Ευαγγελάτου έχει απόλυτη συναίσθηση ότι πρόκειται για ένα έργο που αφορά το σήμερα, όταν λέει: Η εποχή μας δεν απέχει πολύ από την ελισαβετιανή εποχή του Τόμας Κυντ. Και τότε παρατηρούνταν φαινόμενα κοινωνικής και πολιτικής διαφθοράς, αδικίας και παρακμής. Και όπως τότε οι ευγενείς ήταν αποκομμένοι από την καθημερινότητα του λαού, έτσι και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που δεν ξέρουν τι σημαίνει «ζητιάνοι, μετανάστες, ανέχεια». Υπάρχει ένα ποσοστό συμπολιτών μας που είναι αποκομμένοι από την πραγματικότητα, εγκλωβισμένοι στο γυάλινο κάστρο τους. Είναι αυτοί που δημιούργησαν την κρίση και τις φούσκες, αυτοί που κατανάλωναν σαν να μην υπάρχει αύριο. (Συνέντευξη στην Ιωάννα Μπλάτσου, Κ της Καθημερινής, 2/5/2010).

Η Εκδίκηση του υπόσχεται ότι όταν θα έχει τελειώσει το έργο θα έχει απολαύσει την εκδίκησή του. Το έργο ξεκινάει και οι δύο τους σαν χορός παρακολουθούν την υπόθεση. Η Μπελιμπέρια αποφασίζει μέσω του Ορατίου να εκδικηθεί τον φόνο του αγαπημένου της. Ωστόσο τον Οράτιο τον σκοτώνει ο Λορέντζο (ο αδελφός της) και ο Μπαλτάζαρ. Τώρα έχει σειρά να πάρει εκδίκηση ο Ιερώνυμος, ο πατέρας του Οράτιο που μαθαίνει από ένα γράμμα για τους δολοφόνους του γιου του. Στήνεται μία tragedia cothurnata και αντί για ηθοποιούς θα παίξουν τους ρόλους οι πραγματικοί ήρωες του έργου. Κατά τη διάρκεια της δράσης ο Ιερώνυμο σκοτώνει τον Έραστο (Λορέντζο), η Μπελιμπέρια μαχαιρώνει τον Σολιμάν (που έπαιζε ο Μπαλτάζαρ) και αμέσως μετά αυτομαχαιρώνεται. Όλοι είναι πραγματικά νεκροί γιατί τα μαχαίρια δεν ήταν ψεύτικα. Ξαφνικά ο Ιερώνυμο αποκαλύπτει στο έκπληκτο κοινό το νεκρό του γιο τραβώντας μια κουρτίνα.

Στο τέλος κλείνει το έργο που είχε γράψει ο ίδιος ο Ιερώνυμο εντυπωσιακά:

Και τώρα Βασιλιάδες κοιτάξτε τον Ιερώνυμο,

τον εμπνευστή κι εκτελεστή αυτής της τραγωδίας.

Έχει τη μοίρα του στα χέρια του

και θα κλείσει το ρόλο του θεαματικά

όπως και οι άλλοι ηθοποιοί έκαναν προηγουμένως.

Τώρα χειροκροτώ το έργο μου.

Κύριοι, εδώ η η παράσταση τελειώνει.

Δεν έχω άλλα λόγια, η γλώσσα μου παγώνει.

(Τρέχει για να κρεμαστεί).

Στην καταληκτήρια σκηνή ο Ντον Αντρέα ικανοποιείται και ζητά από την Εκδίκηση να κρίνει τα βασανιστήρια των κακών: στον τροχό του Ιξίονα, στη θέση του Σίσυφου, μέσα στις φλόγες του Αχέροντα. Όλα έχουν αποκατασταθεί. Οι φίλοι του Ντον Αντρέα θα πάνε σε μέρη φιλικά και παραδεισένια.  Όσο για τους εχθρούς του, τώρα αρχίζει η πραγματική τραγωδία τους. Δεν υπάρχει συγχώρεση.

Η Ευαγγελάτου καταπλήσσει με την αισθητική αρτιότητα της παράστασης μιας τραγωδίας εκδίκησης, στο παιχνίδι σκιάς και φωτός, ύλης και πνεύματος.

Η Ευαγγελάτου με πολύ λιτά μέσα, βασιζόμενη κυρίως στο φως και τους κατοπτρισμούς, παίζοντας με τις εναλλαγές μιας διάφανης υλικότητας, σε βάζει από την αρχή στο μαγικό παιχνίδι του θεάτρου. Το βασίλειο του κάτω κόσμου είναι τόσο μακριά και ταυτόχρονα τόσο κοντά με το βασίλειο της γης! Ταυτόχρονα, αξιοποιεί τον ρητορισμό του έργου για να αναδείξει κωμικά και χιουμοριστικά στοιχεία, ελαφραίνοντας το αντικειμενικά βαρύ θέμα. Στο καλό αποτέλεσμα βοηθούν οι αυτοσχεδιασμοί των ηθοποιών που κινούνται ευέλικτα μέσα σε ελάχιστα τετραγωνικά χώρου. Φεύγοντας από την παράσταση ένιωθα ότι βρισκόμουν σε μια μικρή σκηνή ενός πύργου που είχε δοθεί μια παράσταση προς τιμήν των καλεσμένων.

Ο Τίτος Ανδρόνικος του Σαίξπηρ, γράφτηκε αρχές του 1590 και θέτει πάλι το θέμα της εκδίκησης μέσα από μια σειρά 14 φόνων, εκ των οποίων οι 9 γίνονται επί σκηνής, κανιβαλισμό με πίτες ανθρωπίνων μελών, και πολύ πολύ βία. Το θέμα πηγαίνει πίσω στο τέλος του ρωμαϊκού κόσμου, όταν ο στρατηγός Τίτος επιστρέφει από μια μάχη φέρνοντας αιχμάλωτη την βασίλισσα των Γότθων Ταμόρα. Θυσιάζει τον μεγαλύτερο γιο της, για να εκδικηθεί τον θάνατο τριών παιδιών του στον πόλεμο. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινάει η ρεβάνς που δεν έχει τέλος.

Η Μπρούσκου είχε στη διάθεσή της την τεράστια σκηνή του θεάτρου REX, και έπαιξε με τον κεντρικό περιστρεφόμενο μηχανισμό, επάνω στον οποίο είχαν στηθεί όμοια τραπέζια που αποκτούσαν διάφορους σχηματισμούς στην πορεία της παράστασης. Μία τηλεόραση στα δεξιά έπαιζε εικόνες από όσο κατάλαβα μιας ιστορίας με μονομάχους. Στα αριστερά κάποια βαλσαμωμένα πουλιά!!! Ωστόσο το έργο δεν είχε «λιώσει». Η σκηνή του θεάτρου μου φαινόταν απίστευτα μεγάλη και οι ηθοποιοί πολύ μικροί.

Ο Μηνάς Χατζησάββας ως στρατηγός που έχει πολεμήσει τους Γότθους και στο τέλος δείχνει να παραφρονεί.

Παρά τους καλούς ηθοποιούς η παράσταση δεν έδειχνε να διαθέτει ισορροπία και συντονισμό. Όσο περνούσε η ώρα ένιωσα την ανάγκη να ακούσω την παράσταση σαν παραμύθι με μόνο ηθοποιό performer τον Χατζησάββα.

Το δίδαγμα που εισπράττω από τα έργα: η εξουσία είναι δυστυχία. Και όσοι τη διαχειρίζονται είναι απίστευτα μοναχικά άτομα που φοβούνται την αγάπη των άλλων! Σα να είναι καταδικασμένοι να ζουν στη φυλακή της φιλαυτίας τους! Διαβάστε τους παρακάτω στίχους για να δείτε πόσο επικαιρότητα κρύβουν:

Κακότυχοι είναι οι βασιλιάδες

Γιατί θρονιάζουν αβοήθητοι ανάμεσα σε τόσους φόβους.

Πρώτα εκτινασσόμαστε σε απίστευτα ύψη,

αλλά συχνά μας εκτοπίζουνε με ασυγκράτητη μανία

κι είμαστε πάντα υποταγμένοι στης τύχης τον τροχό.

Ακόμα κι όταν είμαστε στην κορυφή

φοβόμαστε, τρέμουμε την ανατροπή

Το άγριο πάλεμα της θάλασσας με όλους τους ανέμους

δεν είναι τίποτα μπρος στις ριπές της μοίρας μες στη ζωή ενός βασιλιά.

Οι βασιλιάδες θέλουν όλοι να τους τρέμουνε,

αλλά οι ίδιοι τρέμουνε όταν τους αγαπάνε.

(Εκδίκηση, Γ´, 1)

Αν η επιτυχία μιας παράστασης είναι το χειροκρότημα του κοινού στην παράσταση της Ευαγγελάτου ο νεανικός κόσμος παραληρούσε. Στη σκηνή του Εθνικού το χειροκρότημα ήταν μουδιασμένο και καθωσπρεπικά επιβαλλόμενο…

ΑΜΦΙ-ΘΕΑΤΡΟ, Εκδίκηση

  • Μετάφραση: Κατερίνα Τσαμαδιά-Κατερίνα Ευαγγελάτου
  • Σκηνοθεσία-Δραματουργική επεξεργασία: Κατερίνα Ευαγγελάτου
  • Σκηνικά-Κοστούμια: Αλεξάνδρα Μπουσουλέγκα-Ράνια Υφαντίδου
  • Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
  • Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης

Παίζουν: Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Σεραφίτα Γρηγοριάδου, Κωστής Καλλιβρετάκης, Νικόλας Παπαγιάννης, Λευτέρης Πολυχρόνης, Σωτήρης Τσακομίδης, Βαγγέλης Ψωμάς

ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ-ΘΕΑΤΡΟ ΡΕΞ-ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ, Τίτος Ανδρόνικος

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ: Τίτος Ανδρόνικος

  • Μετάφραση Γιώργος Δεπάστας
  • Σκηνοθεσία-Κοστούμια Άντζελα Μπρούσκου
  • Μουσική Απόλλων Ρέτσος
  • Σκηνικά Γκάυ Στεφάνου
  • Κίνηση Ηλίας Χατζηγεωργίου
  • Φωτισμοί Νίκος Βλασσόπουλος
  • Δραματολόγος παράστασης Βιβή Σπαθούλα
  • Βοηθός Σκηνοθέτη Σοφία Παπαδοπούλου

Παίζουν: Κώστας Βασαρδάνης, Δημήτρης Αγαρτζίδης, Μηνάς Χατζησάβας,  Θέμης Πάνου, Ιπποκράτης Δελβερούδης, Παναγιώτης Κατσώλης, Παναγιώτης Λάρκου, Παρθενόπη Μπουζούρη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Πέτρος Μάλαμας, Ηλίας Κουνέλας, Κώστας Φαλελάκης

Leave a comment